Του Στέφανου Σταμέλλου*
Το λεωφορείο έφθασε στο Καρπενήσι νυχτώνοντας για τα καλά. Δευτέρα βράδυ, 13 Ιουλίου. Μόνος, στην ανατολική άκρη της πόλης, με το βαρύ σακίδιο και τα μπατόν. Πρέπει κάτι να αποφασίσω. Ξεκινώ ανοίγοντας το GPS στη διαδρομή/αρχείο «Καρπενήσι – Κρίκελλο» του Μονοπατιού Ε4. Πρώτη φορά χρησιμοποιώ GPS, δανεικό κι αυτό από το Χρίστο, «δανεικές» και οι διαδρομές από την Ζοζεφίνα. Μου δείχνει μόνο την κατεύθυνση. Λεπτομέρειες τίποτα. Σημάδια και ταμπέλες δεν υπάρχουν. Το σκοτάδι δεν βοηθάει, είναι πολύ μαύρο.
Περνάω τον περιφερειακό της πόλης,
ανατολικά από τον λόφο του Αγίου Δημητρίου στα φανάρια, και στα τελευταία σπίτια ζητάω νερό από την κυρία που ποτίζει τα λουλούδια της. Μου λέει: «στην κατεύθυνση αυτή υπάρχουν στάβλοι με σκυλιά αυτή την ώρα». Γυρίζω πίσω με σχετική απογοήτευση, γιατί είχα την ελπίδα ότι θα μπορούσα να προωθηθώ και να κοιμηθώ σε κανένα εκκλησάκι προς τη Μυρίκη. Οι κωλοφωτιές σώζουν την ψυχολογία μου. Είχα χρόνια να δω πυγολαμπίδες.
Η εκκλησία, που είχα σταμπάρει προηγουμένως για να κοιμηθώ, είναι κλεισμένη ολόγυρα με ψηλά κάγκελα. Περνάω το γήπεδο από το πλάι και πάω κατευθείαν στο ΚΤΕΛ. Έχει παγκάκι, φως και… θόρυβο. Θα δούμε. Παριστάνοντας τον άστεγο ανοίγω τον υπνόσακο και κάνω πως κοιμάμαι Περνούν αυτοκίνητα μπροστά, αλλά κανείς δεν με ενοχλεί. Ήταν να το ζήσω κι αυτό. Μια νύχτα «άστεγος» στο παγκάκι έξω από το ΚΤΕΛ Καρπενησίου. Μια νύχτα εφιαλτική…
Έτσι ξεκίνησε μια πεζοπορία έξι ημερών, μια πορεία μοναχική. Χωρίς πολλά «προαπαιτούμενα», αλλά με πολλά εφόδια. Κυρίως τις εμπειρίες των παιδικών χρόνων και των χρόνων της εφηβείας στο χωριό, στα Πετράλωνα στον τόπο που γεννήθηκα, τις εμπειρίες της εξοχής και της φύσης στην ορεινή Ευρυτανία. Εφόδιο η εμπειρία του ορειβάτη και του δρομέα των μεγάλων αποστάσεων και της αντοχής των πολλών ωρών. Είχα υπολογίσει τα 150 περίπου χιλιόμετρα της διαδρομής και τις 12-14 ώρες την ημέρα περπάτημα και υπολόγιζα να είμαι στους Δελφούς ή το Σάββατο βράδυ ή την Κυριακή μεσημέρι. Μιας διαδρομής που αποτελεί μέρος του πασίγνωστου σε ορειβάτες και πεζοπόρους Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4. Έφθασα στους Δελφούς την Κυριακή το μεσημέρι, στις 2μμ
Οφείλω αυτή την απόφαση στη Ζοζεφίνα, την φίλη μας από την Ολλανδία, η οποία μας έλεγε ότι Ολλανδοί τουρίστες κάνουν το Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4 από το Καρπενήσι μέχρι τους Δελφούς. Η ίδια ξεκίνησε μόνη της από τη Νέα Βίνιανη και έφθασε μέχρι τον Αθανάσιο Διάκο. Έτσι γεννήθηκε και η δική μου ιδέα. Ήταν μια γρήγορη σχετικά επιλογή, αλλά και μια δύσκολη απόφαση να αφήσεις την καθημερινότητα, να αφήσεις τις δουλειές και τις πολιτικές εξελίξεις - που είναι στο κόκκινο - και να πάρεις τα πόδια σου για να γνωρίσεις αυτές τις κρυμμένες ομορφιές της άλλης Ελλάδας. Τελικά ήταν μια ωραία εμπειρία που δεν περιγράφεται. Ευχάριστη, αποκαλυπτική και διασκεδαστική, αλλά και επίπονη, κουραστική και με πολλά εμπόδια… γενικά ανεπανάληπτη. Γιατί, «Τίποτα δεν επιστρέφει, τίποτα δεν επαναλαμβάνεται, γιατί όλα είναι πραγματικά»[Φερνάντο Πεσσόα]
«Όσο πεζή κι αν μοιάζει μια ενέργεια, αν επιμείνεις και της δώσεις διάρκεια χρόνου, θα γίνει μια καθαρά πνευματική πράξη, στα όρια του διαλογισμού» γράφει ο μαραθωνοδρόμος Χαρούκι Μουρακάμι στο βιβλίο του «Για τι πράγμα μιλάω όταν μιλάω για το τρέξιμο». Χρειάζεται και μια υπέρβαση, να είσαι μόνος σου στα δύσβατα εγκαταλειμμένα ορεινά μονοπάτια και να περπατάς έξι μέρες και μάλιστα με φουσκάλες στα πέλματα, χωρίς καμιά υποστήριξη και να πρέπει όλα να τα κανονίζεις μόνος σου. Η διαπίστωση είναι ότι καλύτερα διαχειρίζεται κανείς το χρόνο και την κούραση όταν είναι μόνος του. Η κούραση πολλαπλασιάζεται, όταν πρέπει να μοιράζεσαι κάποιες ακραίες καταστάσεις, όταν πρέπει να σκέφτεσαι και τον σύντροφο ή τους συντρόφους σου, να μην υπερβάλεις, μην τυχόν και κρύβουν την κούρασή τους, μήπως πρέπει να σταματήσεις ή να μην σταματήσεις, να μοιραστείς τις ανάγκες και τις δυνατότητες με τους άλλους. Όταν είσαι μόνος σου, όσο κι αν φαίνεται περίεργο, έχεις καλύτερη διαχείριση της κούρασης, του χρόνου, της αυτοσυγκράτησης, του στόχου. Αρκεί να νοιώθεις ότι «το έχεις» πραγματικά και δεν είναι τόσο «βουνό» για σένα. Όμως η «συνταγή» είναι: ποτέ μόνος σου στο βουνό, το λιγότερο τρεις. Αν κάποιος πάθει κάτι, ο ένας να μείνει μαζί του και ο άλλος να τρέξει να ειδοποιήσει. Γιατί ποτέ δεν μπορεί να είσαι σίγουρος με τα κινητά, αν και το 112 λένε πιάνει παντού.
Φοβάμαι ότι θα θεωρηθούν «φλυαρίες» πολλά από όσα θα διαβάσει ο αναγνώστης σε τόσες σελίδες με τις λίγες φωτογραφίες. Μπορεί να μη λέει πολλά, αλλά προσπάθησα να διατηρήσω μια ροή και, με αρκετούς δισταγμούς, να περιορίσω το κείμενο σε λογικά πλαίσια, γιατί συνεχώς «έφευγε». Για τα χωριά είναι ίσως τα λιγότερα που θα μπορούσα να γράψω, γιατί σήμερα μέσα από το διαδίκτυο ο καθένας μπορεί να βρει πολλές και τεκμηριωμένες πληροφορίες. Η αλήθεια είναι ότι κι εγώ ανέτρεξα στο διαδίκτυο. Και ύστερα, δεν είχα το χρόνο να μείνω στο κάθε χωριό περισσότερο για να αποτυπώσω πράγματα και πληροφορίες με την προσωπική εμπειρία
Λίγο πριν φύγω για το Καρπενήσι έγραφα: “Η διαπραγμάτευση της ελληνικής κυβέρνησης με τους ευρωπαίους εταίρους στις Βρυξέλλες είναι σε πλήρη εξέλιξη. Τα ερωτηματικά πολλά∙ και τεράστια η ανησυχία όλων μας για το τι μέλει γενέσθαι. Όλα πλέον οδηγούν στη σκέψη ότι πρέπει να ακούσουμε τον χρησμό της Πυθίας, ως τη μόνο οικολογική απάντηση, για τα μελλούμενα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας”. Η Ευρυτανία είναι το κέντρο της Ελλάδας, είναι και η πατρίδα[«ψηλά που με νανούριζες καημένο Καρπενήσι…»]. Δεν μπορούσα παρά να έχω αφετηρία το Καρπενήσι, για να μπορέσω να επισημοποιήσω την προσπάθεια και την ταλαιπωρία, να προσεγγίσω με αξιοπρέπεια και σεβασμό την σοφία της για να μου δώσει τον χρησμό της… και ως ευρωπαίος μάλιστα πολίτης, να ακολουθήσω το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4. Όλα αυτά για να τύχει ο χρησμός και της καλής αντιμετώπισης από τη μεριά των δανειστών και ιδιαίτερα της Μέρκελ και του Σόιμπλε… τρομάρα τους. Επικίνδυνα τελικά τα μονοπάτια στην Ευρώπη για την κυβέρνηση, όπως αποδείχτηκε. Τότε δεν μπορούσα να βάλω στην ημερήσια διάταξη την παραίτηση της κυβέρνησης και τις αιφνίδιες εκλογές… όπως και τις δικές μου πολιτικές παραιτήσεις…
Απαράδεκτο και επικίνδυνο το Μονοπάτι E4 σήμερα
Το Ε4 είναι διεθνές μονοπάτι στην εποπτεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ορεινής Πεζοπορίας (E.W.V). Ξεκινάει από τα Πυρηναία Όρη στην Ισπανία και φθάνει στην Ελλάδα στο φυλάκιο της Νίκης βόρεια της Φλώρινας. Συνεχίζει την πορεία του νότια διασχίζοντας τα βουνά Βίτσι, Βέρμιο, Πιέρια και Όλυμπο, την νότια οροσειρά της Πίνδου, τα βουνά της κεντρικής Ελλάδας και καταλήγει στους Δελφούς. Περνάει στην Πελοπόννησο φθάνοντας στο Γύθειο και από εκεί συνεχίζει στην Κρήτη και φτάνει μέχρι τη Ζάκρο, όπου και τελειώνει, με ένα συνολικό μήκος στο ελληνικό έδαφος 1.600 χιλιομέτρων
Στην Ελλάδα ήρθε γύρω στο 1990 και σχεδιάστηκε και σηματοδοτήθηκε από την Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας Αναρρίχησης(ΕΟΟΑ) με τη βοήθεια των τοπικών ορειβατικών συλλόγων. Τα χρώματα του Ε4 είναι το κίτρινο με το μαύρο. Η Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας Αναρρίχησης θεωρείται ο σύνδεσμος μεταξύ των ορειβατικών συλλόγων, που έχουν και την ευθύνη συντήρησης των επί μέρους τμημάτων της διαδρομής.
Τώρα όμως σε αρκετά τμήματα της διαδρομής «Καρπενήσι – Δελφοί» η σήμανση είναι ανύπαρκτη. Το μονοπάτι «χάθηκε» από τη φυσική αναδάσωση, την αποσάθρωση και τη διάβρωση του εδάφους, ιδιαίτερα στα μεγάλα πρανή, σε βαθμό που να γίνεται επικίνδυνη η πορεία και απογοητευτικό το εγχείρημα. Δεν δικαιολογείται η αδιαφορία της πολιτείας και της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ορειβασίας Αναρρίχησης, που έχει την ευθύνη του συντονισμού της συντήρησης του Ε4 στη χώρα μας, τη στιγμή που το ενδιαφέρον για το μονοπάτι διαρκώς αυξάνεται.
Εκτός από την έλλειψη σήμανσης και καθαρισμού του μονοπατιού, είναι τέτοια η ποικιλία και η διαφορετικότητα η οποία διακρίνει αυτό που λέμε «πληροφορία» σε όλη τη διαδρομή, που εύκολα κανείς αντιλαμβάνεται την ταλαιπωρία την οποία υφίσταται ο πεζοπόρος, και μάλιστα ο ξένος. Τα πολύ λίγα ταμπελάκια «Ε4» είναι στην πλειοψηφία τους τουφεκισμένα από τους κυνηγούς. Ελάχιστα είναι τα σημάδια κίτρινο – μαύρο. Σε ορισμένα τμήματα συναντάμε κόκκινα σημάδια και πλαστικές κορδέλες. Χωρίς GPS δεν μπορείς να κάνεις βήμα. Αυτό το τμήμα από το Καρπενήσι μέχρι τους Δελφούς, όπως πληροφορήθηκα, το περπατάνε αρκετά ξένα γκρουπς και μεμονωμένοι τουρίστες, κυρίως Ολλανδοί και Γερμανοί. Στα χωριά, μου φώναζαν «αλό» «χάι», γιατί έχουν συνηθίσει να βλέπουν ξένους…
Τι πήρα μαζί μου
Πορτοφόλι + λεφτά, σακίδιο 70 L, υπνόσακο, αντιανεμικό, μπουφάν φλις, ένα ζευγάρι άρβυλα, ένα ζευγάρι σπορτέξ, δύο ζευγάρια κάλτσες ορειβατικές, δύο ζευγάρια κάλτσες σπορτέξ, ένα παντελόνι μακρύ, ένα σορτς, τρία σλιπάκια, τρία T-shirt, ένα καπέλο, δύο μαντηλάκια για το λαιμό, δύο πετσέτες.
Χάρτες της ΑΝΑΒΑΣΗΣ, ένα GPS, 4 ζευγάρια μπαταρίες για το GPS και φορτιστή, φακό κεφαλής και πρόσθετες μπαταρίες, φωτογραφική μηχανή και δύο κινητά με τους φορτιστές, τετράδιο και στυλό, ξυριστικά και οδοντόβουρτσα-οδοντόκρεμα, κρέμα αντιηλιακή, χαρτί υγείας και χαρτομάντηλα, ένα παγούρι νερού, έναν πολυσουγιά, πυξίδα, ένα ζευγάρι μπατόν.
Μαγνήσιο, ηλεκτρολύτες, ασπιρίνες, έξι ενεργειακά τζελ, αντλία αναρρόφησης δηλητηρίου για τα φίδια, πεταντίν, γάζες, αλοιφή για τα πόδια, κηραλοιφή.
Για φαγητό: πέντε αυγά βρασμένα, μισό κιλό σταφίδες ξανθές, μισό κιλό αμύγδαλα, μπισκότα πρωινού με δημητριακά χωρίς ζάχαρη, κρακεράκια, cream crackers, μπάρες ενεργειακές, μπισκότα μαύρης σοκολάτας.
Δεν πας στο Ε4 χωρίς:
- GPS(δύο κατά προτίμηση για ασφάλεια, να μην χαλάσει το ένα),
- μπαταρίες για το GPS(τουλάχιστον δύο ζευγάρια επαναφορτιζόμενες),
- μπατόν,
- φακό κεφαλής.
Η εμπειρία έδειξε ότι χρειάζονται κάλτσες για να τις αλλάζεις τουλάχιστον κάθε μέρα, να βγαίνουν τα παπούτσια πολύ συχνά για να στεγνώνουν και να αερίζονται τα πόδια. Διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος να γίνουν φουσκάλες στα πέλματα και να υποφέρεις από πόνους. Ποιος την έπαθε, δεν λέμε…
Τι νομίζω πρέπει να γίνει για το Ε4
Το σίγουρο είναι ότι μετά από ένα τέτοιο «ταξίδι», επιστρέφεις πιο πλούσιος σε εμπειρίες και εικόνες. Δεν φτάνει όμως αυτό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση φιλοδοξία του «ταξιδιού» είναι να συμβάλει στο ελάχιστο για να αναδειχθεί το Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4, να του δοθεί η αξία και η αίγλη που του αντιστοιχεί και να αναλάβουν οι αρμόδιοι φορείς τις ευθύνες τους για την συντήρηση και τη σήμανση. Να ξεσηκώσουμε όσο μπορούμε περισσότερους φίλους της φύσης για να τιμήσουν αυτές τις διαδρομές και να αντλήσουν δύναμη από την ομορφιά της ελληνικής φύσης στη δύσκολη εποχή που ζούμε.
Η πρόταση είναι ξεκάθαρη. Η Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας Αναρρίχησης να αναλάβει ξανά να συντονίσει τους ορειβατικούς συλλόγους της χώρας. Ο κάθε ορειβατικός σύλλογος να υιοθετήσει ένα τμήμα του Ε4 και να αναλάβει να το σημάνει, να το καθαρίσει και να το συντηρήσει, ανεξάρτητα αν είναι στην περιοχή του ή όχι. Αν αυτό δεν θεωρείται εφικτό, να δούμε τη συνεργασία της ΕΟΟΑ με την Περιφέρεια και τους τοπικούς Δήμους και κοινότητες. Αν πάλι η ΕΟΟΑ δεν δείξει ενδιαφέρον, έχει ιδιαίτερο λόγο να το κάνει η Περιφέρεια, αν πράγματι θέλουμε να αναζωογονήσουμε την ύπαιθρο. Σκοπός είναι να δοθεί η δυνατότητα να λειτουργήσουν οι λίγες υποδομές ορεινού τουρισμού, που διαθέτουν τα χωριά και να δημιουργηθούν κι άλλες. Καταλύματα έχουν όλα τα χωριά πλέον. Μόνο στην Καλοσκοπή δεν λειτουργεί κατάλυμα, γιατί ο ξενώνας που είχε γίνει παλιότερα, έχει εγκαταλειφθεί.
Συνεπώς, μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα: αξιοποίηση του διαδικτύου, δημοσιοποίηση κειμένων σε περιοδικά, αναφορές σε ραδιόφωνα και τηλεόραση, δημιουργία εκδηλώσεων όπως πανελλήνιες πεζοπορίες σε διάφορα τμήματα του Ε4, έκδοση φωτογραφικού λευκώματος, προβολή της διαδρομής σε διεθνείς εκθέσεις. Οι δυνατότητες είναι πολλές. Σκεφτείτε πόσα πράγματα μπορεί να ζήσει κανείς πεζοπορώντας στη διαδρομή!! πόσα να φωτογραφήσει και άλλα πόσα να αφηγηθεί ∙ για τη ζωή στη φύση, τις προσωπικές εμπειρίες από ένα ατελείωτο ταξίδι, για χωριά στο πουθενά, για τους ανθρώπους, τις συνήθειες και τις δραστηριότητές τους, τον πολιτισμό και την ιστορία, τις μουσικές, τις γεύσεις και τη γαστρονομία, για προσωπικότητες γνωστές και άγνωστες, αλλά πιο πολύ για την ορεινή Ελλάδα μας που ανασαίνει με το δικό της τρόπο.
Οτιδήποτε έχει μια ιδιαίτερη αξία στη διαδρομή, πρέπει να αναδειχθεί και να προστατευτεί. Το ξεχωριστό δέντρο, ιδιαίτερα τμήματα δασών, το μνημείο, η γέφυρα, η βρύση, η παλιά εκκλησία, το δάσος της καστανιάς, το ποτάμι, η πηγή, ο βράχος, το λουλούδι. Ιδιαίτερα οι βρύσες: είναι πολύ σημαντικό ο πεζοπόρος να βρίσκει νερό τώρα μάλιστα το καλοκαίρι. Δεν είναι καλό να είναι στεγνές οι βρύσες ή χαλασμένες και βρώμικες.
Αν είναι δυνατόν το μονοπάτι να παρακάμπτει τις στάνες, γιατί κάποιοι φοβούνται τα σκυλιά. Για τα μελίσσια, που είναι δίπλα στο δρόμο, να ενημερώνονται οι πεζοπόροι με ευθύνη των μελισσοκόμων για να μην πλησιάζουν κοντά, γιατί είναι επικίνδυνο, με μια ταμπελίτσα: «ΠΡΟΣΟΧΗ ΜΕΛΙΣΣΙΑ – κρατείστε απόσταση» και στα αγγλικά.
Αναφορικά με τους χρόνους, που συνήθως γράφονται στις πινακίδες, πρέπει να αντικατασταθούν με τα χιλιόμετρα μόνο. Δεν μπορεί να έχει χρόνους. Είναι τέτοιες οι συνθήκες, που δύσκολα μπορεί να κάνει κανείς πάνω από 2-3 χιλιόμετρα την ώρα με δεδομένο ότι πρέπει να συμβουλεύεται το GPS κάθε στιγμή, να καταγράφει τις ομορφιές και τις ιδιαιτερότητες με την φωτογραφική μηχανή, να αφιερώνει χρόνο στα χωριά για περισσότερα γνωριμία με τα δικά τους στοιχεία και φυσικά να πάρει υπόψη του και την ταλαιπωρία, την κούραση και τις φουσκάλες στα πέλματα των ποδιών. Έτσι διαδρομές των 20 χιλιομέτρων έγιναν και σε δέκα ώρες, των 30 χιλ σε 14 ώρες κλπ
Ξεκινώντας από το Καρπενήσι το Ε4 περνάει από τα χωριά: Μυρίκη, Κρίκελλο, Στάβλοι, Άμπλιανη, Μανδρινή, Λεύκα, Γραμμένη Οξυά, Αρτοτίνα, Αθανάσιος Διάκος, Στρώμη, Καλοσκοπή, Επτάλοφος για να καταλήξει στους Δελφούς. Όλα σχεδόν σε υψόμετρο 1050-1350 μέτρα. Περνάει στα χαμηλά του Βελουχιού και της Καλιακούδας, της Σαράνταινας και της Γραμμένης Οξιάς, ανεβαίνει στα οροπέδια των Βαρδουσίων, της Γκιώνας και του Παρνασσού, με μέγιστο ύψος τα 1800 περίπου μέτρα. Συναντάει τα ποτάμια: τον Κρικελλοπόταμο(Κρικελλιώτη), το Καψαλόρεμα (ρέμα της Μανδρινής), τον Εύηνο, το ρέμα της Αρτοτίνας και τον Μόρνο. Συναντάει πολλές βρύσες και πηγές, επώνυμες και ανώνυμες, τις περισσότερες χωρίς νερό, κι αυτό είναι ένα ακόμα πρόβλημα για το μονοπάτι. Συναντάει αρκετές στάνες και κοπάδια, σκυλιά και ζώα. Τέλος συναντάμε τους ανθρώπους της ορεινής Ελλάδας, της υπαίθρου, που ζουν στο δικό τους ρυθμό μέσα σε συνθήκες μιας άλλης ποιότητας ζωής.
Δεν κατάφερα να αποτυπώσω και να καταγράψω όλα όσα θα μπορούσε να περιλάβει ένα τέτοιο πεζοπορικό. Με απορρόφησε περισσότερο η ίδια η εμπειρία και η γνωριμία με το μονοπάτι, με τις δυσκολίες του. Γι' αυτό οι φωτογραφίες είναι σχετικά πρόχειρες. Πολλές ομορφιές δεν αποτυπώνονται, όπως για παράδειγμα οι βρύσες. Δεν φωτογραφήθηκαν όλες.
Μόνος εκόλπωσα τις ευωδιές
Επάνω στον αγρό με τις αλκυονίδες
Τάισα τα λουλούδια κίτρινο
βουκόλησα τους λόφους
Επυροβόλησα την ερημιά με κόκκινο!
[Οδυσσέας Ελύτης: «Το Άξιον Εστί»]
Θεωρώ πολύ σημαντικό τελικά να καταφέρουμε, αυτό το ξεχασμένο μονοπάτι να το κάνουμε ξανά ασφαλές για τους επισκέπτες και πεζοπόρους, ιδιαίτερα τους ξένους φίλους. Η υποχρέωση είναι μεγαλύτερη σε μας, τους κατοίκους της Στερεάς...
ΕΛΑΤΕ ΜΑΖΙ, ΣΤΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ Ε4
1η μέρα: Καρπενήσι – Άμπλιανη 34 χιλιόμετρα, 14,5 ώρες περίπου.
Με ξύπνησε(τί ύπνος κι αυτός…) στις 5 παρά τέταρτο το λεωφορείο που έφευγε για δρομολόγιο. Νύχτα ακόμα πηγαίνω στο βενζινάδικο της περιφερειακής και βγάζω να φάω κάτι για πρωινό. Με το φως της μέρας έρχεται ο βενζινάς, βάζω νερό στο παγούρι και φεύγω, στις 6 και 25 ακριβώς, προς το ποτάμι ακολουθώντας αγροτικό δρόμο με ανοιχτό το GPS. Περνώ απέναντι χωρίς σημάδια ανεβαίνοντας μέσα από κτήμα – ανοιγοκλείνοντας αμπάρες - με ένα καινούργιο σπίτι στην κορυφή. Η συνέχεια στον δασικό δρόμο ∙ και μετά από πολλές τραβέρσες, αφήνοντας πίσω μου το Καρπενήσι, την Ποταμιά, τη Χελιδόνα, την Καλιακούδα και το Βελούχι απέναντι - εικόνες πανέμορφες - φθάνω στη Μυρίκη και στην όμορφη ταβέρνα της Φρόσως Χινοπώρου «ΤΟ ΑΛΩΝΙ», με την διάθεση να ανεβαίνει. Μπορώ να πω ότι το τμήμα αυτό είναι μια από τις πιο ωραίες διαδρομές του Ε4.
Το χωριό Μυρίκη είναι σε υψόμετρο 1.120 μέτρα, απέναντι και νότια από το Βελούχι. Είναι μέσα σε ελατόδασος με καταπληκτική θέα στο Καρπενήσι και στο Βελούχι και με εξαιρετική ομορφιά. Το παλιό της όνομα ήταν Αγριοτριανταφυλλιά και Μυρίση. Το χωριό γνώρισε καταστροφές κατά την επανάσταση όπως και κατά την περίοδο της κατοχής. Σήμερα έχει γύρω στους 20 μόνιμους κατοίκους το χειμώνα, τους καλοκαιρινούς όμως μήνες είναι γεμάτο κόσμο. Έχει ξενώνες και ενοικιαζόμενα δωμάτια, χτίζονται καινούρια σπίτια και γενικά υπάρχει μια ανάπτυξη.
Μετά τον καφέ και τη συζήτηση με τη Φρόσω, συνεχίζω. Ρωτώντας πας στην πόλη, που λένε. Αλλού μονοπάτι, αλλού δασικός δρόμος, με ελάχιστα έως καθόλου σημάδια. Μελίσσια και μελισσοκόμοι, ρέματα, ρυάκια και πηγές, σκαψίματα αγριογούρουνων και γουρνοχαρές, που λέει η φίλη μας η Έφη, αλλά και καταπληκτικές άγριες φράουλες ανεβαίνοντας ανάμεσα στα εγκαταλειμμένα χωράφια. Τρώω τα χαμοκέρασα με τη χούφτα. Στο τέλος της πανέμορφης αυτής διαδρομής είναι περίπου δύο χιλιόμετρα άσφαλτος και φθάνω στο Κρίκελλο.
Το Κρίκελλο είναι χτισμένο κι αυτό σε υψόμετρο 1.120 μέτρων στην ανατολική πλευρά της Καλιακούδας που τη χωρίζει από την Σαράνταινα και τα Κοκάλια η ρεματιά του Κρικελλοπόταμου(ή Κρικελλιώτη). Είναι ένα από τα πιο όμορφα χωριά της Ευρυτανίας.
Συναντώ πάνω από το χωριό τα σημάδια από τον αγώνα του ορεινού τρεξίματος 21 χιλ που ξεκινάει από το Μνημείο της ιστορικής μάχης των Κοκκαλίων, όπου το 279 π.Χ οι Αιτωλοί και οι Ευρυτάνες κατατρόπωσαν τους Γαλάτες, και τερματίζει στο χωριό. Πολύ κοντά είναι και το Μνημείο της πρώτης μάχης του ΕΛΑΣ με τον Άρη Βελουχιώτη κατά των Ιταλών, που έγινε στις 28 Οκτωβρίου 1942 στη θέση Κουφόβρυση.
Πίνοντας τον εσπρέσο στην όμορφη πλατεία του Κρικέλλου, έψαξα να βρω τους φίλους μου. Έλειπαν. Με την συζήτηση κατάλαβα ότι τους απασχολεί το θέμα του μονοπατιού Ε4, και η κακή του κατάσταση ∙ και μάλιστα, όπως μου εκμυστηρεύτηκαν, οι Ολλανδοί είπαν: «δεν ξανάρχονται, αν δεν βελτιωθεί». Κι αυτό είναι αρκετά σοβαρό. Στη διαδρομή βρήκα καρφωμένη και την κάρτα της εταιρείας πεζοποριών “AnnaHiking” με έδρα τα Γιάννενα. Είναι ένα γραφείο εναλλακτικού τουρισμού, κυρίως για Ολλανδούς τουρίστες στην Ελλάδα, που τους αρέσει η ορεινή πεζοπορία.
Τα όμορφα σπάρτα και τα σπαθόχορτα(βαλσαμόχορτα) συντροφεύουν το μονοπάτι σε όλη τη διαδρομή …
Όλα για σένα τά' κοψα κι έλα, καλή μου, πάρ' τα,
τις αργυρές αγράμπελες και τα χρυσά τα σπάρτα
Ζηλιάρης δράκος ο γκρεμνός τα φύλαγε από μένα
τα πλούτη του τα λιόσπαρτα και τ' αφρογεννημένα
Κι έκανα τον καημό σπαθί, το λογισμό κοντάρι,
και πάτησα και νίκησα τον ακριβό ζηλιάρη
Όλα για σένα τα' κοψα κι έλα, καλή μου, πάρτ' τα,
του δράκου τις αγράμπελες και του γκρεμνού τα σπάρτα
[Από τα «Άνθη του γκρεμνού» του Γ ΔΡΟΣΙΝΗ]
Από το Κρίκελλο συνεχίζοντας το Ε4 κατεβαίνει προς τον Κρικελλιώτη. Ορατές παντού οι ζημιές από τις μεγάλες βροχοπτώσεις και τις πλημμύρες του χειμώνα. Το ποτάμι είναι γεμάτο με κορμούς δέντρων που παρασύρθηκαν στη διαδρομή, κυρίως από τις κατολισθήσεις των πρανών. Το μπάνιο στο κρύο νερό είναι ξεκούραση. Περνώ το ποτάμι ξυπόλητος για να μη μουσκέψω και αρχίζει η ανάβαση για τους Στάβλους. Μια όμορφη διαδρομή μέσα στο ελατόδασος, με ελάχιστα σημάδια και με το μονοπάτι εξαφανισμένο. Είναι μια διαδρομή που την έκανα τουλάχιστον δύο φορές στο παρελθόν. Περνώ πάνω από τους Στάβλους χωρίς να μπω στο χωριό ακολουθώντας την άσφαλτο προς Άμπλιανη.
Το χωριό Στάβλοι έχει υψόμετρο 1.230 μέτρα, στον ορεινό όγκο της Γραμμένης Οξιάς. Στην απογραφή του 2011 παρουσιάζει 253 κατοίκους και απέχει 50 χιλιόμετρα περίπου από το Καρπενήσι. Σύμφωνα με την παράδοση και τα αρχαιολογικά ευρήματα, λέγεται ότι στην περιοχή βρίσκονταν τα ανάκτορα και οι στάβλοι του μυθικού βασιλιά Ευρύτου, ο οποίος έδωσε και το όνομά του στην Ευρυτανία. Τα ευρήματα περιλαμβάνουν κτερίσματα, κιονόκρανα και μυκηναϊκά τείχη. Πολλοί κάτοικοι εγκατέλειψαν στο παρελθόν το χωριό, λόγω μιας μεγάλης κατολίσθησης. Ο Γάλλος Πουκεβίλ αναφέρει ότι στα τέλη του 18ου αιώνα το χωριό είχε πληθυσμό περίπου 20 οικογένειες.
Μία ερμηνεία για την ονομασία του χωριού προέρχεται από την παράδοση ότι στην περιοχή βρίσκονταν οι στάβλοι της βασίλισσας των Φράγκων ιπποτών. (πηγή: https://el.wikipedia.org)
Περνώντας τη βρύση που είναι δίπλα στην άσφαλτο πάνω από το χωριό, φεύγει αριστερά μονοπάτι προς τη ράχη. Είμαι τυχερός ακόμα μια φορά, όπως και στη διαδρομή προς το Κρίκελλο, και βρίσκω αρκετές άγριες φράουλες, τα χαμοκέρασα. Νόστιμες και γευστικές. Φτάνοντας στο διάσελο, στα υψίπεδα της Σαράνταινας, το μονοπάτι κατεβαίνει απότομα, αλλά με καλή σχετικά σήμανση και σουρουπώνοντας σχεδόν, φθάνω στο χωριό Άμπλιανη, μια αρκετά γνώριμη περιοχή. Πηγαίνω κατευθείαν στον μοναδικό ξενώνα του χωριού, στον Ηλία. Έτσι τελείωσε η πρώτη μέρα. Το θέμα μου είναι να μπορέσω να διατηρήσω την ευχαρίστηση που νοιώθω μέχρι και το τέλος της τελευταίας διαδρομής, μπροστά στην Πυθία...
Η Άμπλιανη ανήκει στο νομό Ευρυτανίας και βρίσκεται στα νότια του νομού σε υψόμετρο 1.220 μέτρων. Απέχει 62 χλμ από το Καρπενήσι και περίπου 31 χιλιόμετρα από το Κρίκελλο. Το σλαβικής προέλευσης όνομα «Άμπλιανη» οφείλεται στους πολλούς αμπλάδες (μικρές πηγές με πολύ νερό) της περιοχής. Πριν την Επανάσταση του 1821 ήταν ο μεγαλύτερος οικισμός της Ευρυτανίας, μετά το Καρπενήσι. Στην Κατοχή οι κάτοικοι του χωριού πήραν ενεργά μέρος στην Αντίσταση, πληρώνοντας και τις ανάλογες συνέπειες, καθώς οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό. Η Άμπλιανη είναι γνωστή για τα υφαντά και τις παραδοσιακές φορεσιές των γυναικών. Αξιοσημείωτος είναι ο παραδοσιακός χορός «Στέγκος», ο οποίος χορεύεται στην ομώνυμη τοποθεσία του χωριού την παραμονή του πανηγυριού της Αγίας Παρασκευής (26 Ιουλίου).
2η μέρα Άμπλιανη – Αρτοτίνα: 30 χιλιόμετρα, 13.30 ώρες περίπου
Από την Άμπλιανη ακολουθώ τη σήμανση προς το χωριό Μανδρινή. Το μονοπάτι φεύγει δυτικά από το νεκροταφείο του χωριού και κατεβαίνει νότια, με μικρές τραβέρσες, στο εκκλησάκι του Αη-Γιάννη. Είναι μια όμορφη περιοχή που λέγεται Αμπέλια, όπου πριν 40 με 50 χρόνια οι Αμπλιανίτες έμεναν τους χειμερινούς μήνες, όπως γράφει η Ζωή Γ.
Περνώ από αριστερά την περίφραξη της χοιροτροφικής μονάδας κατεβαίνοντας προς το ποτάμι της Μανδρινής. Οι ταμπέλες είναι ελάχιστες. Όπως γράφει ο Χριστόφορος Κ «τις ταμπελίτσες Ε4 τις βάλαμε με τον μακαρίτη τον Τάσο Ρήγα πριν από 28 χρόνια». Άρα είκοσι οκτώ χρόνια έχει να συντηρηθεί το μονοπάτι και να ανανεωθούν οι ταμπέλες. Στο ποτάμι, το Καψαλόρεμα, που είναι παραπόταμος του Εύηνου, συναντάμε τις ίδιες εικόνες του Κρικελλιώτη, χαρακτηριστικές των πλημμυρών και των κατολισθήσεων του χειμώνα. Μεγάλοι κορμοί δέντρων μέσα στην κοίτη με τα πρανή στις όχθες να έχουν καταρρεύσει.
"Όσο μπόρεσα έφερ᾿ αντίσταση σ᾿ αυτό το ποτάμι
Όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα."
[Απόσπασμα από το ποίημα της Κικής Δημουλά ΠΕΡΑΣΑ]
Συνεχίζοντας δίπλα στην όχθη, πέφτω πάνω στα ερείπια ενός νερόμυλου. Είμαι πολύ τυχερός. Είχα ξεφύγει λίγο από το Ε4 και βάδιζα στην άκρη στο ποτάμι. Χαρακτηριστικό είναι το μυλολίθι. Στουρναρόπετρες μέσα στο χάλκινο στεφάνι. Πρέπει να είναι το κάτω μυλολίθι, που μένει ακίνητο. Από κει και η παροιμία "αυτός κινείται σαν το κάτ΄το μυλολίθ' " ... που λένε στα χωριά μας. Ο μύλος, όπως μου είπαν στο χωριό, δούλευε μέχρι τελευταία, δηλαδή και μετά το '60 ίσως.
Καταμεσήμερο και κάνω μια δύσκολη αξέχαστη απότομη ανάβαση μέσα στο πυκνό δάσος με βελανιδιές και κέδρα για να πιάσω τον χωματόδρομο, γιατί μονοπάτι δεν υπάρχει. Κανονικά έπρεπε να είναι το μονοπάτι που πήγαινε στο μύλο. Στην Άμπλιανη μου είπαν να ακολουθήσω τον χωματόδρομο, γιατί δεν θα βρω μονοπάτι. Ακολουθώντας τελικά τον χωματόδρομο φτάνω στο χωριό Μανδρινή. Ο δρόμος πάντως προς Λιβαδάκι, Άμπλιανη, Κλεπά και Αράχωβα δεν είναι βατός, παρά τις ταμπέλες, λόγω των κατολισθήσεων και των μεγάλων βροχοπτώσεων του χειμώνα
Η Μανδρινή είναι χωριό του νομού Αιτωλοακαρνανίας κτισμένη σε υψόμετρο 1.020 μέτρα στις δυτικές πλαγιές των Βαρδουσίων. Η παλαιά σλάβικη ονομασία του χωριού μέχρι το 1928 ήταν Μεγάλη Παλούκοβα. Ανήκει στον Δήμο Ναυπακτίας, μια από τις πιο απομακρυσμένες κοινότητες του δήμου, και ο πληθυσμός της, σύμφωνα με την απογραφή, είναι 73 κάτοικοι, που ασχολούνται με τη λίγη γεωργία και την κτηνοτροφία. Είναι το μόνο χωριό που συνάντησα που δεν έχει άσφαλτο. Η άσφαλτος φθάνει περίπου τρία χιλιόμετρα έξω από το χωριό, όπως ερχόμαστε από τη Λεύκα. Όπως μας είπε ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας, οι Μανδρινιώτες μεταφέρθηκαν στην περιοχή του Μεσολογγίου. Καθώς πήγαιναν το χειμώνα να ξεχειμαδιάσουν, έφτιαξαν εκεί τα νοικοκυριά τους. Στο χωριό τώρα το χειμώνα μένουν ελάχιστοι. Στην περίοδο του μεσοπολέμου είχε μεγάλη ακμή και είχε πολλά κοπάδια με ζώα. Σήμερα είναι μόνο ένα κοπάδι κι αυτό είναι ξένο.
Από τη Μανδρινή το Ε4 συνεχίζει στο δημόσιο δρόμο για τη Λεύκα. Τα πρώτα τρία περίπου χιλιόμετρα είναι χωματόδρομος, μετά γίνεται άσφαλτος. Είμαι στο μέσο της δεύτερης μέρας με τα πρώτα δύσκολα συμπτώματα στα πόδια. Οι φουσκάλες στα πέλματα αρχίζουν να σπάνε. Ο πόνος είναι μια αναπόφευκτη πραγματικότητα. Το περίμενα ότι θα έχω πόνους, αλλά όλα αντέχονται. Όμως η αδρεναλίνη ρέει μέσα μου. Και οι ενδορφίνες, που αποτελούν και ισχυρότατο παυσίπονο, με απογειώνουν. Είναι καταμεσήμερο. Βλέπω τη σκιά μου, η σκιά του κουρασμένου μοναχικού πεζοπόρου, να γέρνει ελαφρώς, μπορεί από τη θέση του ήλιου, μπορεί κι από την κούραση. Ρωτάνε πολλές φορές τι σκέφτομαι όταν περπατώ ή τρέχω πολλές ώρες μόνος. Αυτοί που ρωτάνε δεν έχουν κάνει οι ίδιοι μεγάλες αποστάσεις μόνοι τους. Η αλήθεια είναι ότι δεν σκέφτομαι τίποτα ιδιαίτερα σοβαρό ή αξιομνημόνευτο. Απλά το μυαλό του ανθρώπου δεν μπορεί να αδειάσει εντελώς. Κυρίως σκέφτομαι αυτά που συμβαίνουν γύρω μου ή αυτά που περιμένω να δω στο άμεσο επόμενο διάστημα και πώς καλύτερα να διαχειριστώ το χρόνο και την κούραση. Δηλαδή εντελώς πρακτικά πράγματα και γύρω από αυτό που ζω. Κυρίως όμως ανιχνεύω το κάθε τι που συναντώ και μου δημιουργεί ευχαρίστηση ή απορία και ενδιαφέρον.
Τι αλήθεια μπορεί να σκέφτεται κανείς οδοιπορώντας με τις ώρες στην κάψα του καλοκαιριού, καταμεσήμερο, πάνω στα αρχαία μονοπάτια, στο ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4... Ψάχνω να βρω την οικολογική μου συνείδηση ανάμεσα στα βουνά και τις χαράδρες, μέσα στις δασωμένες πλαγιές της Γραμμένης Οξιάς και των Δυτικών Βαρδουσίων, ακούγοντας το μονότονο τραγούδι των ακούραστων τζιτζικιών...
Έχω μια χώρα μέσα μου. Μια χώρα που «καίγεται» ανάμεσα στην πλασματική ευημερία και τη λιτή διαβίωση, ανάμεσα στα μνημόνια, την εξυγίανση των τραπεζών και το πλαστικό χρήμα, και τη φτώχεια, στην δίκαιη κατανομή του πλούτου και την κοινωνική αδικία. Ανάμεσα στη βιωσιμότητα και τη μη βιωσιμότητα. Έχω μια πλούσια χώρα μέσα μου, την ομορφότερη του κόσμου, κι αυτή προσπαθώ να σκέφτομαι, στο πουθενά που βρίσκομαι... "Πέτρινο το κορμί μου, αγέρας η ψυχή μου"
Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ / και βαθιά σ’ ευχαριστώ
γιατί μ’ έμαθες και ξέρω / ν’ ανασαίνω όπου βρεθώ
να πεθαίνω όπου πατώ / και να μη σε υποφέρω
[Μανώλης Ρασούλης]
Διαβάζοντας την ανάρτηση μου στο facebook φίλος γιατρός έγραψε: «φιλική συμβουλή: η πεζοπορία το καταμεσήμερο μες στην κάψα του καλοκαιριού....ουκ ανδρός σοφού!!!!!!» Έχεις δίκιο Γιώργο, αλλά κάποια πράγματα ή τα κάνεις ή δεν τα κάνεις. Όπως καταλαβαίνουμε δεν είναι καμιά εποχή ιδιαίτερα ιδανική για πολυήμερες πεζοπορίες/ορειβασίες στα βουνά μας. Κάποιες φορές η αδρεναλίνη ανεβαίνει ψηλά... κι αυτό είναι ένα στοιχείο της ορειβασίας και της πεζοπορίας. Η ασφάλεια επαφίεται στην πρόληψη. Καταμεσήμερο λοιπόν και είμαι με καπέλο, νερό και ηλεκτρολύτες, καλά παπούτσια και κινητό(ά), GPS και ... ασπιρίνες. Δεν βοηθάει ο χειμώνας για τους γνωστούς λόγους, η άνοιξη έχει πολλές βροχές και σχετικά κρύα. Το Φθινόπωρο νωρίς έχει και καταιγίδες με κεραυνούς, όπως και το καλοκαίρι φυσικά, που έχεις τον κίνδυνο με όλα τα σιδερικά και ηλεκτρονικά που κουβαλάς. Πρέπει να σου πετύχει καλός καιρός. Νομίζω αυτή τη φορά είχα ιδανικές συνθήκες: έξι μέρες χωρίς βροχή, με θερμοκρασίες μέχρι 32 βαθμούς και δυνατότητα να κοιμηθώ με υπνόσακο στην ύπαιθρο. Η ζέστη πάνω από τους Δελφούς με το λιοπύρι μετριάστηκε από το ελαφρύ αεράκι της ημέρας.
Πρέπει να πω επίσης ότι στις μονότονες μεγάλες διαδρομές, κυρίως ασφάλτινες ή σε δασικούς δρόμους, για να συνεχίσεις να προχωράς πρέπει να διατηρείς το ρυθμό σου. Αυτό είναι το σημαντικότερο όταν έχεις στόχο να φθάσεις κάπου το βράδυ. Συνήθως μετράω βήματα ή αναπνοές και προσθέτω εκατοντάδες. Φαίνεται λίγο παράξενο, αλλά από ένα σημείο και μετά γίνεται ασυναίσθητα. Αυτό άλλωστε κάνω και στην προπόνηση.
Φτάνω στη Λεύκα, ανεβαίνοντας από το ρέμα με πολλές τραβέρσες στην άσφαλτο. Η Λεύκα, ένα από τα ορεινότερα χωριά της Αιτωλοακαρνανίας, είναι χτισμένη κι αυτή σε υψόμετρο 1.080 μέτρων στις δυτικές πλαγιές των Βαρδουσίων. Η παλαιά σλάβικη ονομασία του χωριού μέχρι το 1927 ήταν Μικρά Παλούκοβα, σε αντίθεση με τη Μεγάλη Παλούκοβα, όπως ονομαζόταν τότε η Μανδρινή. Ανήκει κι αυτή στο Δήμο Ναυπακτίας.
Το 1850 στο χωριό έγινε καθίζηση του εδάφους, με αποτέλεσμα να βουλιάξουν σχεδόν όλα τα σπίτια με τις βροχές του χειμώνα.
https://el.wikipedia.org
Στην όμορφη πλατεία με τα μεγάλα πλατάνια, συναντώ τον Χ. Αποστολόπουλο, πρώην πρόεδρο της Τοπικής Κοινότητας, παλαιό αυτοδιοικητικό. Συζητήσαμε αρκετά παίρνοντας πολλές πληροφορίες για το χωριό και την περιοχή. Η Λεύκα ήταν κτηνοτροφικό χωριό με πάνω από 14.000 γιδοπρόβατα, που ανέβαιναν στην Γραμμένη Οξιά και τη Σαράνταινα. Τώρα έχει μόνο δύο κοπάδια, που τα έχουν δύο αδέρφια.
«Εγώ είμαι υπέρ της άμεσης δημοκρατίας, υπέρ των μικρών κοινοτήτων, και το μόνο που θα έλεγα σήμερα που η χώρα μας περνάει κρίση, θα ‘τανε, «πάρτε τα βουνά, ξαναγυρίστε στα χωριά σας, ξαναγυρίστε στη γη! Ξαναεποικήστε την Ελλάδα!» έλεγε ο Χρόνης Μίσσιος. Είχε άδικο;
Στην κορυφή του χωριού είναι η «Βρύση της Βάσως», ιστορική βρύση από το 1836. Σε κάποια Βάσω οφείλει το όνομά της και κανένα ερωτικό γεγονός της δύσκολης εκείνης εποχής θα είναι η αιτία. Ξεκουράζω λίγο τα πόδια στο κρύο νερό και γεμίζω τις άδειες μου δεξαμενές στη φιλόξενη βρύση.
Δεν μπόρεσα να βρω σήμα για το Ε4 που να παρακάμπτει τον αμαξιτό δρόμο, γι’ αυτό συνεχίζω στην άσφαλτο μέχρι τη Γραμμένη Οξιά, έχοντας απέναντι και μπροστά τα εντυπωσιακά Δυτικά Βαρδούσια και κάτω, νότια, την ρεματιά του Εύηνου
Το δυτικό συγκρότημα των Βαρδουσίων [όπως φαίνεται από το Ε4 και το δρόμο Λεύκα - Γραμμένη Οξυά], είναι εντυπωσιακό, καθώς περιλαμβάνει απόκρημνες κορυφές όπως οι Σούφλες (2.260 μ.), η Αλογόραχη (2.265 μ.), η Πυραμίδα (2.348 μ.), το Γιδοβούνι (2.087 μ.), το Πάνω Ψηλό (2.120 μ.) και το Κάτω Ψηλό (2.140 μ.) και την πιο απομακρυσμένη το Βουνό της Κωστάριτσας (2.216 μ.). «Κάθε βουνό κι η υπογραφή του.» [Ο. Ελύτης, «Εκ του πλησίον»] Οι κορυφές Πάνω και Κάτω Ψηλό είναι δύο απότομα μυτίκια που χρειάζονται δύσκολη αναρρίχηση για την προσέγγισή τους. Την άνοιξη από τις κορυφές αυτές δημιουργείται «ψηλή βροχή», λόγω των χιονιών που λιώνουν και εξαιτίας των αρνητικών κλίσεων που παρουσιάζουν σε ορισμένα σημεία. Από αυτό το φαινόμενο πολλοί ντόπιοι ονομάζουν τα Βαρδούσια ως «Ανεμιστός».
πηγή:http://hikingexperience.blogspot.gr/
Μετά την ανάρτηση στο facebook ο Τάσσος Λ. διορθώνει: «Ανεμιστός λέγεται ένας εποχιακός καταρράκτης που σχηματίζεται μεταξύ των κορυφών του δυτικού συγκροτήματος των Βαρδουσίων Πυραμίδα και Πάνω Ψηλό και χύνεται σε βορειοδυτική κατεύθυνση, πάνω από το τμήμα του Ε4 Αρτοτίνα - Σκασμένη Στρούγγα.» Ο δε Μίλτος Ζ. αναφέρει: «Τα σωστά είναι ως εξής: πράγματι ο Ανεμιστός είναι ένας καταρράκτης που απορρέουν τα νερά της χαράδρας μεταξύ Πάνω και Κάτω Ψηλού και πέφτουν πάνω από την λάκα Κουφόλακα και το μονοπάτι Ε4. Το Πάνω Ψηλό είναι χαμηλότερο, από το Κάτω κατά λίγα μέτρα. Το Κάτω χρειάζεται αναρρίχηση (πέρασμα ΙΙΙου βαθμού) από τα δυτικά ή εύκολη κόψη ΙΙ-ΙΙΙου από τα νότια. Το Πάνω προσεγγίζεται πολύ εύκολα με τα πόδια, από τη ρίζα της δυτικής ορθοπλαγιάς της Πλάκας-Πυραμίδας. Το μέρος είναι καταπληκτικό γενικά.»
Η ανεμογεννήτρια στο γήπεδο της Γραμμένης Οξιάς, λίγο έξω από το χωριό, είναι κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Δεν μπόρεσα να ρωτήσω τους εργαζόμενους του Δήμου, που κάτι ήρθαν να κάνουν εκείνη την ώρα. Η κούραση ήταν μεγάλη και ήθελα να φτάσω στο χωριό. Η ώρα ήταν κάπου τρεις το απόγευμα Την απορία την έλυσαν ο Νίκος Α και ο Διονύσης Α αργότερα, στη συζήτηση στο facebook. Είναι ανεμοαντλία τύπου Savonious που ανεβάζει το νερό από το πηγάδι και ποτίζονται τα δέντρα γύρω από το γήπεδο. Μια πολύ καλή πρόταση για ανάλογες περιπτώσεις. «Πρόκειται για την διάσημη ανεμογεννήτρια Savonious. Είναι η πρώτη φορά που βλέπω στην Ελλάδα» γράφει ο Διονύσης Α. «Στέφανε χθες είχα την τύχη να πετύχω τον ιδιοκτήτη της ανεμογεννήτριας Γιώργο Δ. που μου εξήγησε ότι η κατασκευή δουλεύει με μια τρόμπα ποδηλάτου που βρήκε στο διπλανό ρέμα! και με μία βαλβίδα αντεπιστροφής. Το πηγάδι βγάζει έως 900 λίτρα/μέρα με μέγιστη δυνατότητα άντλησης 250λ/μέρα.» γράφει και ο Νίκος Α
Περνώ τα κτήματα με τις ανθισμένες καστανιές που με το δάσος της μαύρης πεύκης και με φόντο τις πλαγιές της Γραμμένης Οξιάς δίνουν μια εντυπωσιακή εικόνα. Χρόνια έλεγα να πάω στο χωριό Γραμμένη Οξιά, αλλά ποτέ δεν μπόρεσα. Τέσσερα χιλιόμετρα από το ορειβατικό καταφύγιο είναι. Πολλές φορές συζητούσαμε με τον Σπύρο, που ήταν το χωριό του, για το μύλο του πατέρα του και την ιστορία του χωριού… με αναμνήσεις και γεγονότα από τον εμφύλιο.
Η Γραμμένη Οξιά είναι στο βορειοανατολικό άκρο της πρώην επαρχίας Ναυπακτίας, του νομού Αιτωλοακαρνανίας Έχει υψόμετρο 1.130 μέτρα στις νότιες πλαγιές του όρους Γραμμένη Οξιά και των Δυτικών Βαρδουσίων Η αρχική ονομασία του χωριού ήταν Σιτίστα, πιθανότατα λόγω των σιτηρών της περιοχής και το 1927 μετονομάστηκε σε Γραμμένη Οξιά. Το όνομα Οξιά οφείλεται στο δάσος οξιάς που καλύπτει την περιοχή και που είναι το νοτιότερο δάσος οξιάς της Ευρώπης.
Σπίτια αραιά σκορπισμένα μέσα σε καστανιές, καρυδιές και περιβόλια και τριγύρω λόγγοι με οξιές, έλατα πεύκα και βελανιδιές απέναντι από τα Δυτικά Βαρδούσια και την Αρτοτίνα, συνθέτουν την υπέροχη εικόνα του χωριού. Πόσες φορές δεν απολαύσαμε το φθινοπωρινό τοπίο της περιοχής με το εντυπωσιακό κίτρινο-κόκκινο-καφετί χρώμα των φύλλων της οξιάς ανεβαίνοντας στο καταφύγιο και την κορυφή του βουνού από την άλλη πλευρά, του Γαρδικίου.
Από τη Γραμμένη Οξιά το Ε4 συνεχίζει προς το Κάτω Χωριό κατεβαίνοντας για τον Εύηνο μέσα από τα εγκαταλειμμένα χωράφια γεμάτα με τσαπουρνιές και βάτα. Μονοπάτι και σημάδια πουθενά. Δεν φτάνει αυτό, πέφτω πάνω και σε ένα μελισσοκομείο με μεγάλο αριθμό κυψελών κατά μήκος… Άντε να τις αποφύγεις.
Διασχίζω τη γέφυρα του Εύηνου και προσπαθώ να βρω μονοπάτι, όπως μου δείχνει το GPS, μετά τη γέφυρα αριστερά. Πηγαίνω, έρχομαι, τίποτα. Με την απογοήτευση να κυριαρχεί αποφασίζω να υποστώ την άσφαλτο για να ανέβω στην Αρτοτίνα όπου είμαι σίγουρος ότι θα βρω ξενώνα για να ξεκουράσω τα χάλια μου και να φάω το κλασικό μου φαγητό, που επέλεξα να εφαρμόσω ως βραδινή διατροφή σε όλη τη διαδρομή: ντοματοσαλάτα, φέτα, πατάτες τηγανητές ή μακαρονάδα, και δύο μπύρες. Μακαρονάδα βρήκα μόνο στην Καλοσκοπή. Στην Άμπλιανη ο Ηλίας μου έφερε και τη δική του νόστιμη μυζήθρα. Μου πρότεινε και δικό του κρασί, αλλά δεν υπέκυψα στον πειρασμό. Η μπύρα ενδείκνυται για αποκατάσταση…
Προσθήκη λεζάντας
Ανεβαίνοντας από τον Εύηνο για την Αρτοτίνα το μονοπάτι περνάει από τη Μονή Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, το μοναστήρι του Αθανασίου Διάκου, όπως είναι γνωστό. Είναι βόρεια της Αρτοτίνας, σε απόσταση 4 περίπου χιλιομέτρων από το χωριό, κρυμμένο μέσα στα έλατα, με απεριόριστη θέα στις καταπράσινες πλαγιές των Βαρδουσίων και της Οξιάς, σε ειδυλλιακή πράγματι τοποθεσία. Η παράδοση λέει ότι παλαιότερα η θέση του ήταν πιο χαμηλά, προς το ποτάμι, κοντά στο σημερινό εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής.
Στο χώρο του μοναστηριού συναντάμε πρώτα ένα μεγάλο ισόγειο κτίσμα που χρησιμεύει ως ξενώνας. Αμέσως μετά, το αρχονταρίκι, χτισμένο με τα ίδια οικοδομικά υλικά προϋπάρχοντος κελιού. Στην πρόσοψή του, ένα αγκωνάρι έχει σκαλισμένη τη χρονιά 1728. Πάνω ακριβώς από το ναό στέκει το κελί του Διάκου, στο οποίο εντοιχισμένη πλάκα φέρει την επιγραφή «Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΚΑΤΟΝΤΑΕΤΗΡΙΔΟΣ 1830 – 1930. ΕΝΤΑΥΘΑ ΕΜΟΝΑΣΕ ΤΟ ΤΕΚΝΟΝ ΤΗΣ ΑΡΤΟΤΙΝΗΣ, Ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ». Το κελί και ο ναός του Αϊ-Γιάννη έχουν κριθεί διατηρητέα ιστορικά μνημεία από το 1965. Το καθολικό είναι ανακατασκευασμένο στα 1806, όπως μαρτυρεί εντοιχισμένη σκαλισμένη πλάκα, με τα ονόματα των κτητόρων. πηγή: http://www.artotina.gr/
Πάνω ακριβώς από το Μοναστήρι είναι μια πέτρινη βρύση με την ανάλογη υποψιάζομαι ιστορία με το μοναστήρι. Ο καταγάλανος απογευματινός ουρανός, που παρακολουθεί από πάνω όσα γίνονται κάτω σ’ αυτή την πανέμορφη περιοχή των Δυτικών Βαρδουσίων, και η απογευματινή δροσερή αύρα βελτιώνει αισθητά την κατάσταση και μειώνει την κούρασή μου. Ο χρόνος επείγει και πρέπει φθάσω στο χωριό. Συνεχίζω στην άσφαλτο μετρώντας βήματα και αφήνοντας το μάτι να αγκαλιάζει το βαθύ πράσινο του πυκνού δάσους, στο οποίο κυριαρχεί το έλατο, με καστανιές, αγράμπελες και φτέρες.
Με «κατηγορεί» ο Δημήτρης Ε. ότι πήρα τα βουνά… Δημήτρη, τα βουνά τα "πήρα" χρόνια τώρα. Το DNA μου χτυπάει κόκκινο στην πόλη και στο σύστημα. Είναι ίσως γιατί κουβαλάμε το υφάδι της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας, αυτό που μας προίκισε η φύση της Ευρυτανίας από τα νεανικά και εφηβικά μας χρόνια. Ο Χρόνης Μίσσιος έλεγε: «Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να αλλάξω το σύστημα, άρχισα να αγωνίζομαι να μην με αλλάξει αυτό. Αγωνίζομαι να μείνω άνθρωπος. Και αυτό είναι η κορυφαία πολιτική μάχη. Να μπορείς να αποφύγεις τη βαρβαρότητα αυτής της εποχής. Να μπορείς να παραμείνεις άνθρωπος με τρυφερότητα. Με το δικό σου βλέμμα...»
Φθάνω στην Αρτοτίνα και είναι η πρώτη φορά που την επισκέπτομαι. Η Αρτοτίνα, ένα ιστορικό χωριό, ανήκει στο νομό Φωκίδας και βρίσκεται στο βορειοδυτικ ό άκρο της πρώην επαρχίας Δωρίδας, στους πρόποδες των Βαρδουσίων και σε υψόμετρο 1.100 - 1.350 μέτρα. Ο πληθυσμός της σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 499 κάτοικοι. Για την ονομασία της η επικρατέστερη εκδοχή είναι πως σημαίνει Νέα Αρτα και κατοικήθηκε γύρω στο 1585 από διωχθέντες Ηπειρώτες. Ερίζει με τον Αθανάσιο Διάκο σχετικά με το ποιο χωριό είναι η γενέτειρα του ήρωα της Αλαμάνας. Γενικά έχει μια πλούσια ιστορία, ιδιαίτερα στην εποχή της επανάστασης του 1821.
Είναι σε απόσταση περίπου 310 χλμ. από την Αθήνα, 115 χλμ. από την Άμφισσα, 85 χλμ. από τη Ναύπακτο και με πρόσβαση και από την περιοχή της Λαμίας.
Τα σπίτια του χωριού κυρίως πετρόχτιστα, δίπατα, με κεραμοσκεπές και τα παλιότερα με παραδοσιακές σκεπές από σχιστόλιθο, που οι ντόπιοι τεχνίτες έδιναν το χαρακτηριστικό ύφος της Αρτοτίνας. Υπήρξε κατεξοχήν κτηνοτροφικό χωριό και λιγότερο γεωργικό λόγω της γεωφυσικής θέσης της. Το 1941 είχε περίπου 33.000 αιγοπρόβατα και 11.000 οικόσιτα. Αξίζει να επισημανθεί ότι παλαιότερα υπήρχαν μεγάλες καλλιέργειες σε όσπρια, κρασί, καλαμπόκι. Η ξυλεία της άφθονη από τα γύρω δάση.
Φιλοξενούμαι στο νέο ξενώνα του χωριού, όπως μου είχε πει ο Γιώργος Π. Η συζήτηση με τους κατοίκους στο καφενείο περιστρέφεται γύρω από τις πολιτικές εξελίξεις και τη διαπραγμάτευση. Κοινή είναι η διαπίστωση στο μεταξύ σε όλα τα χωριά ότι φέτος δεν ανέβηκαν οι θερινοί παραθεριστές. Οι περισσότεροι προτίμησαν να μείνουν στις πόλεις για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες περιορίζοντας τα έξοδα. «Έπεσε κεραυνός στα πορτοφόλια, πώς να έρθουν», όπως χαρακτηριστικά είπε ένας παππούς στην Αρτοτίνα
3η μέρα Αρτοτίνα – Αθανάσιος Διάκος: 19 χιλιόμετρα, 10 ώρες περίπου
Από την Αρτοτίνα, πρωί πρωί με τη δροσούλα, ακολουθώντας τα ελάχιστα σημάδια και με το GPS ανοιχτό, κατηφορίζω έχοντας απέναντι τα Δυτικά Βαρδούσια. Πολύ σύντομα περνώ το ποτάμι με την ξύλινη γέφυρα, που χρησιμοποιούν το χειμώνα με τις μεγάλες βροχές. Φαίνεται όμως ότι φέτος δεν της έγινε συντήρηση, γιατί κάποια ξύλα έχουν σαπίσει και είναι επικίνδυνο να σπάσουν.
Η ξύλινη γέφυρα μου θύμισε το δικό μας ποτάμι, τον Αγιατριαδίτη. Είχαμε ένα τέτοιο ξύλινο γεφύρι, το Κουμπουγιανναίϊκο γεφύρι, που το περνούσαμε να πάμε στο σχολείο στην Αγία Παρασκευή, όταν δεν είχαμε δάσκαλο στο χωριό, αλλά και όταν θέλαμε να επισκεφθούμε τη γιαγιά τη Μαρθούλα... Πότε ήταν σχέτο τεράστιο κούτσουρο, πότε δύο- τρία μαζί και κάτι να πιάνεσαι, δεμένα με συρματόσχοινα. Πολλές φορές το χειμώνα το παρέσερνε η πλημμύρα του ποταμιού... Και το έφτιαχναν ξανά οι Κουμπουγιανναίοι, που ζούσαν απέναντι από το ποτάμι. Ωραίες αναμνήσεις, στον δικό μας αγώνα με τα στοιχεία της φύσης, την όμορφη φύση της Ευρυτανίας
Μετά το ποτάμι, το μονοπάτι ανηφορίζει ανάμεσα στα εγκαταλειμμένα χωράφια. Όλα αυτά πριν 40-50 χρόνια καλλιεργούνταν με τα άλογα ή με τα βόδια, με το σιδεράλετρο ή τα ξυλάλετρο και το σιδερένιο υνί. Φθάνω στη στάνη με ένα κοπάδι κάπου πεντακόσια γίδια. Είναι η ώρα που αρμέγουν. Τρεις αρμέγανε. Καταφέρνω να ηρεμίσω τα σκυλιά, οπότε ο φίλος βοσκός μου λέει «με τα σκυλιά καλά τα πας, να δω με τους λύκους πώς θα τα πας παραπάνω. Σκοτώσαμε έναν την Άνοιξη, είναι 6-7 ακόμα. Τριάντα μας έφαγε πέρυσι». Ο λύκος απ’ τα μετρημένα τρώει… Του είπα κι εγώ τα δικά μου…«Με τις λέξεις σου μίλησα των τσοπάνηδων / που τις φύλαξα στο αίμα μου…» [Νικηφόρος Βρεττάκος, «ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΙΔΙΟ ΒΟΥΝΟ»]
Περνώ δεξιά από το κατοικημένο σπίτι και ανηφορίζοντας μπαίνω στο δάσος. Εκεί με πρόδωσε ελαφρώς το GPS και αντί να ανηφορίσω, κατηφόρισα αρκετά τραβερσάροντας και χάνοντας ύψος σε μια λαγκαδιά. Τελικά κάνω την ανάβαση στο πουθενά - έτσι άρχισα να μαθαίνω το GPS, όταν τα βρήκα σκούρα…- και πέφτω στο μονοπάτι λίγο πριν το εικονοστάσι στο διάσελο. Συνεχίζοντας στη ράχη, συναντώ τη μπλε πινακίδα «ΠΑΝΩ ΣΤΑΥΡΟΣ ΒΡΥΣΗ 130Μ – Ε4» με βέλος. Πραγματικά στα 130μ δεξιά βρίσκω τη βρύση με την παλιά ξύλινη ποτίστρα, ίσα που έσταζε. Πίνω νερό, που μου έλειπε, και γεμίζω το παγούρι. Τα σημάδια είναι ελάχιστα, το μονοπάτι χαλασμένο και σε ένα σημείο αρκετά επικίνδυνο λόγω κατολίσθησης.
Από κει το μονοπάτι ανεβαινοκατεβαίνοντας φθάνει στην Κουφόλακα κάτω από το Πάνω και Κάτω Ψηλό, την Πυραμίδα και το Γιδοβούνι. Απέναντι από την Κουφόλακα είναι η πηγή. Φαίνεται από μακριά το άσπρο βέλος και η κίτρινη γραφή στο βράχο. Εντυπωσιακά τα λουλούδια, το τσάι, τα χόρτα ψηλά, η φύση σε ξεκουράζει και δεν σ’ αφήνει να φύγεις. «…ωραίο αίνιγμα τα λουλούδια…»
Προχωρώντας, με αρκετή δυσκολία να «ανακαλύψω» το μονοπάτι και κατηφορίζοντας ελαφρώς, πέφτω στο δασικό δρόμο. Η συνέχεια μέχρι τον Προφήτη Ηλία του Αθανασίου Διάκου είναι πάνω στο δρόμο, που με ελάχιστα κοψίματα διασχίζει τα Μουσουνιτσιώτικα Λιβάδια, περνάει το Σταυρό κάτω από τα καταφύγια, του ΕΟΣ Άμφισσας και του ΠΟΑ, και συνεχίζει κατηφορίζοντας για τον Αθανάσιο Διάκο. Πολύ γνωστή διαδρομή, μια και την έχω κάνει αρκετές φορές. Η θέα του αλπικού τοπίου των Βαρδουσίων είναι εντυπωσιακή, έχοντας δεξιά το Γιδοβούνι, την Πλάκα-Πυραμίδα και την Αλογόραχη, μπροστά μας τα καταφύγια με τις Πόρτες του Μέγα Κάμπου και τα Σκόρδα Πιτιμάλικου και αριστερά η Μεγάλη Χούνη.
«Σε ανέβαινα, σε κατέβαινα, ουρανό / φορτωμένος για τις ανάγκες μου.»
[Νικηφόρος Βρεττάκος, «ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΙΔΙΟ ΒΟΥΝΟ»]
Ανεβαίνοντας μετρώ πέντε – έξι στάνες αριστερά και δεξιά. Είναι ακόμα νωρίς το απόγευμα και τα πρόβατα είναι στο στάλο. Όχι όμως τα τσοπανόσκυλα που κάνουν τη δουλειά τους για την οποία πληρώνονται. Να προστατεύσουν δηλαδή το κοπάδι από τους κακούς, όχι μόνο λύκους, αλλά και ορειβάτες. Καταφέρνω πια και τα τιθασεύω. Έμαθα, αφού κι αυτό είναι θέμα εμπειρίας, αλλά φαίνεται μάλλον δεν ανήκω στους κακούς ορειβάτες.
Είναι μια διαδρομή όμορφη μέχρι το Σταυρό, αν και μονότονη, με συνεχείς τραβέρσες. Δεν έχει όμως κάποια βρύση, παρά τα πολλά νερά. Οπότε αναγκάζομαι να πιω νερό από τον άμπλα, επιλέγοντας να μην τον έχουν επισκεφθεί πρόσφατα τα πρόβατα. Χαρακτηριστικές είναι οι τσαγιές λίγο πάνω από τον Προφήτη Ηλία. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικός όμως είναι ένας σημαντικός αριθμός λουλουδιών κόκκινου κρίνου, lilium chalcedonicum, του εντυπωσιακά όμορφου αυτού άνθους που υπάρχει σε αρκετές περιοχές της χώρας μας, αλλά σε μικρό αριθμό. Το συνάντησα και στην Γκιώνα.
Δεν μπορώ να μην πω ότι τα λουλούδια μου κράτησαν μια άλλου είδους συντροφιά σε όλη τη διαδρομή του Ε4 αυτές τις έξι μέρες. Μίλησα κυριολεκτικά μαζί τους προσπαθώντας και να τα φωτογραφίσω - συμβαίνει πολλές φορές στα όρια του διαλογισμού να μιλάς μόνος σου. "...που ήρθαν όταν κανένας δε μιλούσε και μου μίλησαν, που μ’ άφησαν να τ(α)ις αγγίξω..."
Άνθη της πέτρας μπροστά στην πράσινη θάλασσα με φλέβες που μου θύμιζαν άλλες αγάπες
γυαλίζοντας στ’ αργό ψιχάλισμα
Άνθη της πέτρας φυσιογνωμίες που ήρθαν
όταν κανένας δε μιλούσε και μου μίλησαν
που μ’ άφησαν να τις αγγίξω ύστερα από την σιωπή
μέσα σε πεύκα σε πικροδάφνες και σε πλατάνια
[ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ]
Κάτω από το Σταυρό ανεβαίνουν τρία τζιπ γεμάτα με Ισραηλίτες ορειβάτες να μείνουν στο καταφύγιο. Τελευταία οι φίλοι μας από το Ισραήλ προτιμούν πολύ τα ελληνικά βουνά και τον εναλλακτικό ορεινό τουρισμό.
Από τον Προφήτη Ηλία το μονοπάτι κόβει αφήνοντας τον δασικό δρόμο. Σταματώ αναγκαστικά για ξεκούραση πάνω από τη σάρα σχεδόν μια ώρα. Είχα τάσεις για εμετό και ρίγη. Φοβήθηκα την ηλίαση. Φτάνω στον Αθανάσιο Διάκο μετά από δέκα ώρες από την Αρτοτίνα και πηγαίνω κατευθείαν στον ξενώνα του Ραβάνη
Ο Αθανάσιος Διάκος (Άνω Μουσουνίτσα) υπάγεται στο Δήμο Δελφών και είναι κτισμένος σε υψόμετρο 1.050 μέτρων στις ανατολικές πλαγιές των Βαρδουσίων. Ο πληθυσμός του, σύμφωνα με την Απογραφή του 2011, είναι 518 κάτοικοι. Στην πλατεία του χωριού δεσπόζει ο ανδριάντας του Αθανασίου Διάκου. Το χωριό προσεγγίζεται είτε μέσω Άμφισσας και Λιδωρικίου, είτε μέσω Αμφίκλειας και Παύλιανης. Η Αρτοτίνα ερίζει μαζί με τον Αθανάσιο Διάκο σχετικά με το ποιο χωριό είναι η γενέτειρα του Αθανασίου Διάκου.
Στον Αθανάσιο Διάκο συνάντησα τους φίλους του Πεζοπορικού Ομίλου Αθηνών(ΠΟΑ), με αρχηγό τον Γιάννη Δημητράκη, που έκαναν το Roumeli challenge, 15 μέρες 330 χλμ όλα με τα πόδια, 11 κορυφές της Κεντρικής Ελλάδας. Ξεκίνησαν από τη Βελίτσα και τον Παρνασσό και κατέληξαν στο Παναιτωλικό. Πολύ θα ήθελα να ήμουνα μαζί τους…
4η μέρα:Αθανάσιος Διάκος – Καλοσκοπή, 24 χιλιόμετρα, 14 ώρες περίπου
Από τον Αθανάσιο Διάκο το Ε4 περνάει μέσα από το ρέμα με τα πανέμορφα πλατάνια και το παρκάκι και συναντάει απέναντι την άσφαλτο. Συνεχίζει την άσφαλτο προς την Μουσουνίτσα και πιο κάτω από το διάσελο φεύγει αριστερά τη ράχη και συναντάει ξανά την άσφαλτο ακριβώς στη γέφυρα του Μόρνου. Είναι η δεύτερη φορά που κάνω μπάνιο στο ποτάμι μετά τον Κρικελλιώτη. Μου θύμισε το μπάνιο στο Νεπάλ στο παγωμένο νερό του ποταμού… Αφήνει τα Βαρδούσια και την πλούσια ρεματιά του Μόρνου με το πανέμορφο παραποτάμιο πλατανόδασος και περνάει στην Γκιώνα. Πρώτη έκπληξη της Γκιώνας η Βρύση Λακαφώση, λίγο πιο πάνω από τη γέφυρα με το ποίημα «Νοσταλγίες ξενιτεμένου – στο χωριό μου». Μια μικρή ξεκούραση στη φιλόξενη βρύση και συνεχίζω όλο άσφαλτο άλλα οκτώ χιλιόμετρα μέχρι το χωριό Στρώμη. Ελάχιστα αυτοκίνητα, πολύ λίγα για την εποχή. Τα βόδια των Βαρδουσίων με φόντο τις κορυφές και τις ρεματιές συνοδεύουν τη φαντασία σε ένα άλλο «παρόν», μιας άλλης εποχής. Την όμορφη εικόνα χαλάει ο βοσκός, που του τρέχει να προλάβει τα πρώτα ζώα με το ΙΧ του, να τα κατευθύνει, αντί για τον καβαλάρη βοσκό με το άλογο… που θα ήθελα να δω.
Η Στρώμη, ένα από τα παραδοσιακά χωριά της Φωκίδας, είναι χτισμένη μέσα στα έλατα και έχει σύμφωνα με την τελευταία απογραφή 120 κατοίκους, Είναι χτισμένη στις όχθες του παραπόταμου του Μόρνου, Βουρλόρεμα. Τα γραφικά δρομάκια μέσα στα δέντρα, τα πετρόχτιστα σπίτια, η παραδοσιακή πλατεία με τα πλατάνια και θέα στο ορεινό τοπίο και στο Βουρλόρεμα, τα πολλά καρποφόρα δέντρα είναι ορισμένα χαρακτηριστικά του χωριού.
Δίπλα στην πλατεία διαβάζω μια μισογκρεμισμένη πινακίδα «ΣΠΗΛΙΑ ΕΘΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ» Ρωτώντας μαθαίνω ότι ακολουθώντας τον δασικό ανηφορικό δρόμο προς τα υψίπεδα της Γκιώνας σε απόσταση 9-10 χιλ βρίσκεις την αποκαλούμενη «Σπηλιά των Εγγλέζων» ή «Σπηλιά της Αντίστασης». Εκεί οι Βρετανοί σαμποτέρ συναντήθηκαν με τους αντάρτες του ΕΛΑΣ το Φθινόπωρο του 1942 και κατέστρωσαν το σχέδιο ανατίναξης της Γέφυρας του Γοργοποτάμου.
Να πω όμως ότι το κέντρο του χωριού θέλει λίγο νοικοκύρεμα. Η αυτοδιοίκηση έχει δουλειά να κάνει. Το πρώην Αγροτικό Ιατρείο, το κοινοτικό κατάστημα, οι πινακίδες, το μνημείο, θέλουν περιποίηση και φρεσκάρισμα
Μετά τη Στρώμη το μονοπάτι κατευθύνεται νοτιοανατολικά, προς τα Μνήματα της Γκιώνας. Τις δύο πρώτες ώρες κινείται σε ένα πολύ όμορφο τμήμα, στην αρχή με νερά και γεφύρια και στη συνέχεια ανάμεσα στο ελατόδασος, παλιές στρούγκες, παλιά χωράφια με πεζούλες, δασωμένα τώρα με μεγάλα έλατα. Στη συνέχεια πέφτει σε δασικό δρόμο με το σκληρό και βαρετό χαλίκι, που συναντιέται λίγο πριν τα Μνήματα με τον άλλο δρόμο, ο οποίος έρχεται από την Καλοσκοπή και ανεβαίνει ψηλά, από όπου φεύγει το μονοπάτι για Βαθιά Λάκα και Πυραμίδα.
Φθάνει στη διασταύρωση του δρόμου των μεταλλείων και του Πανουργιά και κατεβαίνοντας πέφτει στην άσφαλτο πάνω από την Καλοσκοπή.
Αφήνω πίσω την εικόνα του εγκαταλειμμένου εργοταξίου της ΕΛΜΙΝ, όπου τώρα μάλλον έχει οριστεί ως χώρος εναπόθεσης οικοδομικών μπαζών και υλικών εκσκαφής και να παίζουν ποδόσφαιρο τα αγριογούρουνα με τις αλεπούδες. Η Γκιώνα είναι το βουνό των μεταλλείων βωξίτη, με κουμπότρυπες και ξεκοιλιάσματα παντού. Είναι το αρνητικό παράδειγμα της διαχείρισης του φυσικού τοπίου στο όνομα της λεγόμενης ανάπτυξης. Ο αγώνας των κατοίκων της βορειοανατολικής Γκιώνας είναι γνωστός πανελλαδικά, όπως και η Κίνηση Πολιτών Ενάντια στα Μεταλλεία. Γνωστή πανελλαδικά είναι και η υπόθεση με το κάψιμο του σπιτιού του Στέφανου Κόλλια δύο φορές. Μια υπόθεση που ακόμα δεν έχει εξιχνιαστεί, μια υπόθεση που μας γεμίζει ερωτηματικά και πολλά ΓΙΑΤΙ. Υπάρχουν τελικά τέλεια εγκλήματα; Ή «το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού»;
“Τα θεμέλιά μου στα βουνά
και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους
και πάνω τους η μνήμη καίει
άκαυτη βάτος.
Μνήμη του λαού μου σε λένε Πίνδο και σε λένε Άθω”...
[Ο. Ελύτης, «Τα θεμέλιά μου στα βουνά»]
Σε λένε Γκιώνα! Σε λένε Οίτη!!
Μια και το θέμα των μεταλλείων είναι σημαντικό για την περιοχή και θα έχει συνέχεια, να αναφέρουμε ότι η μεταλλεία σύμφωνα με τον Μεταλλευτικό Κώδικα, που τον είχε κάνει η χούντα, χαρακτηρίζεται υπόθεση “δημοσίου συμφέροντος” και κατισχύει της έννοιας της ιδιοκτησίας. Έτσι παρακάμπτονται θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος που προστατεύουν την ατομική ιδιοκτησία ή το δάσος. Το δικαίωμα στη μεταλλειοκτησία (ιδιοκτησία υπεδάφους) “κατισχύει καταρχήν” του δικαιώματος στην ιδιοκτησία (ιδιοκτησία εδάφους). Πουθενά δεν αναφέρεται η λέξη "περιβάλλον", πουθενά δεν γίνεται αναφορά στο φυσικό κεφάλαιο που θα αναλωθεί, πουθενά δεν μπαίνουν άλλες παράμετροι που θα μπορούσαν να περιορίσουν την πρόσβαση στο κοίτασμα.
Προφανώς και ο αγώνας για την αειφορία και τη βιωσιμότητα, το φυσικό περιβάλλον και την ποιότητα ζωής, είναι χρέος όλων μας. Και όπως λέει και το σύνθημα στο δρόμο Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΓΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ συνεχίζεται
Στην Καλοσκοπή φθάνω ψάχνοντας για τους φίλους. Το κίνημα ενάντια στα μεταλλεία στην Οίτη και στην Γκιώνα μας ενώνει. Η Καλοσκοπή ανήκει στο νομό Φωκίδας και στο Δήμο Δελφών. Είναι κτισμένη στις ανατολικές πλαγιές της Γκιώνας σε υψόμετρο 1100 μ και έχει σύμφωνα με την τελευταία απογραφή 358 κατοίκους Το παλιό της όνομα ήταν Κουκουβίστα. Το νέο όνομα το έλαβε από το «καλή σκοπιά», αντικρίζοντας από ψηλά τον γύρω ορίζοντα. Γι’ αυτό και θεωρείται ως «το μπαλκόνι της Γκιώνας». Έχει πυκνή βλάστηση κυρίως από έλατα, πλατάνια και βελανιδιές, ενώ έχει και πολλά καρποφόρα δέντρα όπως καρυδιές, κερασιές και μηλιές και άφθονα νερά και βρύσες
Έχει πλούσια ιστορία κυρίως από την επανάσταση του 1821, αλλά και νεότερη. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έπαθε πολλές καταστροφές και το χωριό κάηκε δυο φορές.
Τελικά δεν λειτουργεί ξενώνας στην Καλοσκοπή. Παλιότερα λειτουργούσε στο παλιό σχολείο, αλλά έκλεισε. Δύσκολες εποχές. Μου πρότειναν ο Γιώργος και ο Τάσος να μείνω στο σπίτι τους - τους ευχαριστώ πολύ και δημόσια - αλλά προτίμησα να κοιμηθώ έξω από το χωριό με τον υπνόσακο. Καταφέρνω με το φακό κεφαλής και το GPS να βρω πώς φεύγει το μονοπάτι, γιατί αρχικά νόμιζα ότι ανεβαίνει και συναντάει κατευθείαν την άσφαλτο, που πάει προς το 51 χιλ και την Άμφισσα. Όμως κατεβαίνει νοτιοανατολικά προς το ρέμα σε αγροτικό δρόμο. Εκεί, στην άκρη στο χωριό σε ένα πλάτωμα του δρόμου, αποφασίζω να διανυκτερεύσω. Δεν είναι εύκολη επιλογή αλλά δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια.
Ο ύπνος ήταν εφιαλτικός, με σκέτο υπνόσακο χωρίς κάριματ, με τα πόδια να έρχονται σε επαφή με τα βάτα και τα αγκάθια. Δεν πήγα μακρύτερα προς το δάσος, γιατί μου είπαν ότι έχει πολλά αγριογούρουνα… Άντε να έρθει κανένα και να θέλει να φάει τις σταφίδες και τα αμύγδαλα…Μετά τι θα έχω; Μυρίζουν και οι σπασμένες φουσκάλες στα πόδια… Δεν έχω πάρει μαζί μου και την ταυτότητα του οικολόγου ... και δεν ξέρω αν την έχω θεωρήσει τελευταία…
Κι όμως, η ανατολή πάνω από τον Παρνασσό άξιζε όλη την ταλαιπωρία της νύχτας. Την απόλαυσα φωτογραφίζοντας. Πάντα λάτρευα αυτή την ώρα στο χωριό, στην εξοχή. Τους ήχους του πρωινού... ένα βέλασμα από μακριά, το λάλημα του πετεινού, οι άνθρωποι που κάνουν τις δουλειές τους... και όλα αυτά κάτω από το κόκκινο του ήλιου που ανατέλλει. Έτσι ξεκινούσε, έτσι ξεκινά μια όμορφη μέρα...
5η μέρα Καλοσκοπή – Επτάλοφος 29 χιλιόμετρα, 16 ώρες περίπου
Ξεκινώ λοιπόν την πέμπτη και προτελευταία μέρα, με το πρώτο φως της αυγής και τον ήλιο να ανατέλλει κόκκινος πάνω από τον Παρνασσό, με τις καλύτερες των διαθέσεων και με κατεύθυνση το 51 χιλ. Ακολουθώντας τον αγροτικό δρόμο το Ε4 περνάει το ρέμα και συναντάει την άσφαλτο σε τρία περίπου χιλιόμετρα, στο μνήμα του Γιάννη Κοπανέλου. [Τον Γιάννη Κοπανέλο σκότωσαν οι Γερμανοί σ’ αυτό το σημείο γιατί δεν συνεργάστηκε μαζί τους, προσπαθώντας να σώσει την Κουκουβίστα] Είναι μια εξαιρετικά όμορφη διαδρομή. Στη συνέχεια ακολουθεί την άσφαλτο προς Άμφισσα... Πηγή ή βρύση δεν υπάρχει σε όλο αυτό το μήκος των 13,6 χιλ. Φρόντισαν γι’ αυτό πιστεύω και οι εξορύξεις βωξίτη, οι πληγές και οι υπόγειες διαδρομές των στοών. Φρόντισα κι εγώ ευτυχώς να πάρω άλλα δύο μικρά μπουκαλάκια νερό, αλλά δεν είναι αρκετά. Φωτογραφίζοντας από κοντά τις τεράστιες πληγές των μεταλλείων, περνώ τον αυχένα στο 51 χιλ στις 12 το μεσημέρι ακριβώς με τις όποιες καθυστερήσεις. Είναι μια πολύ ζεστή μέρα και η ενημέρωση που έχω στο ιντερνετ είναι για εστίες πυρκαγιών σε πολλές περιοχές της χώρας και ότι υπάρχει απαγόρευση της κίνησης σε δασικές περιοχές. Εγώ τi πρέπει να κάνω; Η Πυθία με περιμένει στους Δελφούς... Ελάτε στη θέση μου.
Η πρώτη επαφή με τον Παρνασσό δεν είναι η καλύτερη. Το μονοπάτι αμέσως μετά το 51 έχει κλείσει εντελώς και τα πουρνάρια έχουν επικρατήσει. Με τα χίλια ζόρια κατασχισμένος φτάνω στο πρώτο διάσελο και βρίσκω τα σημάδια, και με οδηγό το GPS αποκτώ ξανά την χαμένη μου αυτοπεποίθηση. Τα λασπόλουτρα των αγριογούρουνων προδίδει νερό, όχι όμως βρύση. Οι γουρ’νοχαρές λοιπόν Έφη είναι μόνο για τα γουρούνια.
Όμως έξι μέρες, 150 χιλιόμετρα, δεν μπόρεσα να δω ένα άγριο ζώο, εκτός από δύο φίδια, το ένα νεκρό, και έναν ασβό επίσης νεκρό. Παντού έβλεπα ίχνη αγριογούρουνου, αλλά το ζώο όχι. "Η μετακίνηση της ομάδας για την τροφή γίνεται σε όλες σχεδόν της ώρες της ημέρας όταν δεν ενοχλείται, με συχνά διαλείμματα τις μεσημεριανές ώρες κυρίως. Όταν όμως ενοχλείται έντονα, όπως στην περίοδο του κυνηγίου, γίνεται κατά την διάρκεια της νύχτας" διαβάζουμε στο https://el.wikipedia.org/, που σημαίνει ότι μόνο τη νύχτα μπορεί να δει κανείς αγριογούρουνο. Ο αγριόχοιρος λατρεύει τα λασπόλουτρα, τα οποία τον απαλλάσσουν από τα παράσιτα ενώ συγχρόνως το δέρμα του λαμβάνει διάφορα ορυκτά άλατα και ιχνοστοιχεία. Αυτή του η δραστηριότητα τον αναγκάζει συχνά να διανύει μεγάλες αποστάσεις για να βρει κατάλληλο τόπο. Μετά το λασπόλουτρο τρίβεται στους κορμούς των δέντρων ώστε να καθαρίσει την ξεραμένη λάσπη η οποία απομακρύνεται μαζί με τα παράσιτα.
Η πηγή(άμπλας) σώζει καταστάσεις. Το νερό μου έχει τελειώσει και η λύση είναι να φτιάξω μια πρόχειρη βρύση με ένα φύλλο, για να γεμίσω το παγούρι. Ανεβαίνοντας συναντώ την κλειστή τσιμεντένια δεξαμενή που πρέπει να υδρεύει το Δροσοχώρι. Έχει ποτίστρα για τα ζώα, αλλά νερό δεν τρέχει. Με τα χίλια ζόρια ψάχνοντας βρίσκω την κάνουλα και γεμίζω το παγούρι.
Περνώ τον δασικό δρόμο που έρχεται από την Βάργιανη και συνεχίζω ανεβαίνοντας στα πρώτα οροπέδια του Γερολέκα με τις καρυδιές, πάνω από το Δροσοχώρι(Κολοβάτα). Είσαστε όλοι καλεσμένοι στις αρχές του Οκτώβρη, που θα αρχίσει να ωριμάζει το καρύδι, αν αφήσουν κανένα οι σκίουροι και τα αγριογούρουνα. Τα αγριογούρουνα πάνε και κουνάνε το δέντρο με το σώμα τους και ρίχνουν τα καρύδια. Μου έλεγε ένας φίλος πέρυσι, που τον βρήκα κοντά στο κτήμα του στις πηγές του Σπερχειού, δεν προλαβαίνει να πάρει ούτε ένα κιλό. Είναι και κάτι ποντίκια με είκοσι πόντους ουρά... Δεν μου είπε για ορειβάτες πλιατσικολόγους.
Οι αγελάδες του Παρνασσού είναι μεγαλόσωμες και περιποιημένες. Τι Ινδία και Νεπάλ… εδώ είναι η ζωή των αγελάδων. Μιλάμε για ιδανικές συνθήκες διακοπών στο βουνό, σε υψόμετρο 1400 μέτρα, ανάμεσα στα έλατα, φυσικές πηγές και ποτίστρες και λιβάδια απέραντα. Τέλεια ηρεμία. Περνώ δίπλα τους και δεν ενοχλούνται, μυρικάζουν και με κοιτάνε με το γνωστό αγελαδίσιο βλέμμα…
Στη στάνη είναι μόνο τα σκυλιά. Κάνουν πως με απειλούν, αλλά μόλις τους φωνάζω «στα πρόβατα» διπλώνουν την ουρά τους και φεύγουν το καθένα στη δική του κατεύθυνση. Σιγά μη φοβηθώ. Στο μεταξύ ψάχνω να βρω την πηγή που λέει το GPS. Μετά από ένα τέταρτο συναντώ μια πρόχειρη υδρομάστευση, που πάει το νερό με ένα άθλιο λάστιχο στην ποτίστρα των αγελάδων αρκετά παρακάτω. Η απογοήτευση είναι μεγάλη, γιατί το νερό μου έχει εξαντληθεί για δεύτερη φορά... Αυτή είναι η ασφάλεια του Ε4 και του χάρτη... Μου γράφει ο Γιώργος Χ ότι δυστυχώς έχουν πολλά χρόνια να επικαιροποιήσουν τις πηγές στους χάρτες. Το μονοπάτι κινείται στον Δυτικό Παρνασσό με θέα την περιοχή της Άμφισσας και του κόλπου της Ιτέας. Κάτω είναι το όμορφο ανάγλυφο της αρχής του φημισμένου Ελαιώνα της Άμφισσας – που αποτελεί μέρος του Δελφικού τοπίου, είναι χαρακτηρισμένος ως παραδοσιακός και προστατεύεται από ειδικές διατάξεις - και η ρεματιά του Δροσοχωρίου (Κολοβάτα).
Μετά από 13 ώρες φθάνω στα Αργοστήλια, το οροπέδιο κάτω από την κορυφή, νότια του Γερολέκα. Έχει δέκα μποφόρ αέρα. Βλέπω στο ιντερνετ για τις φωτιές στον Υμηττό και στη Λακωνία και στις άλλες περιοχές, βλέπω και την είδηση για τον πεζοπόρο που κάηκε στον Υμηττό... και το μυαλό κάνει περικοκλάδες, «αν έρθει καμιά φωτιά δεν γλυτώνεις με τίποτα κακομοίρη μου...». Η βρύση κι εδώ χαλασμένη, ενώ στο χάρτη εμφανίζεται ως «ΠΗΓΗ», δεδομένη για τον πεζοπόρο. Αναγκαστική οικονομία στο νερό, δεν υπάρχουν περιθώρια για ψάξιμο
Αφήνω το εκκλησάκι του Κοσμά του Αιτωλού στα 1400 μέτρα και… τέρμα η ανηφόρα. Αρχίζει η κατηφόρα για την Επτάλοφο.
Τις τελευταίες ακτίνες του ήλιου, που δύει πάνω από την Γκιώνα, τις αποτυπώνει η φωτογραφική μηχανή, όσο μπορεί, στο παλιό μεταλλείο. Εικόνες εντυπωσιακές που σε κάνουν να λες «χαλάλι η ταλαιπωρία». Η ουσία όμως είναι ότι βρίσκομαι αρκετά ψηλά και μακριά από την Επτάλοφο και η απόφαση είναι: "πάμε στο σκοτάδι". Να μείνω με τον υπνόσακο ούτε συζήτηση, γιατί: δεν είχα νερό, έπρεπε να φορτίσω κινητό, φωτογραφική μηχανή και GPS, ήμουνα αρκετά κουρασμένος για να τη βγάλω δεύτερη βραδιά χωρίς να κάνω μπάνιο στο βουνό, είχα τηλεφωνήσει ήδη στον Άλκη να έρθει μαζί μου στη διαδρομή Επτάλοφος - Δελφοί και είχαμε δώσει ραντεβού στην πλατεία του χωριού στις 7 το πρωί. Δεν χρειάστηκε πολύ σκέψη. Θα κατέβω με τον φακό κεφαλής και το GPS με σκοτάδι πίσσα. Έτσι και γίνεται. Έκανα μιάμιση ώρα να κατέβω και ήταν μια δοκιμασία του GPS, που έκανε πραγματικά το θαύμα του. Με πήγε χωρίς πολλά προβλήματα, μόνο με την κατεύθυνση, χωρίς μονοπάτι. Πού να βρεις μονοπάτι στο μαύρο σκοτάδι, που γίνεται ακόμα πιο μαύρο όταν έχεις το φακό στο κεφάλι.
Κάποια στιγμή ακούω από απέναντι, αρκετά μακριά, να με φωνάζουν και βλέπω το φως αυτοκινήτου. Αποφασίζω να μην απαντήσω και συνεχίζω. Τελικά μόλις έπιασα αυτοκινητόδρομο με περίμενε ο προϊστάμενος της Πυροσβεστικής Πολυδρόσου για να καταγράψει το συμβάν, γιατί είχαν ετοιμότητα και περιπολίες λόγω των πυρκαγιών και της απαγόρευσης κυκλοφορίας στο δάσος. Οι φωνές πριν από απέναντι και το αυτοκίνητο, ήταν της ομάδας των μελισσοκόμων που έκαναν περιπολία. Πολύ σωστά και μπράβο στον φίλο προϊστάμενο της Πυροσβεστικής.
Πρώτη φορά μπαίνω στην Επτάλοφο. Έχω περάσει αρκετές φορές για τον Παρνασσό από τον περιφερειακό δρόμο, αλλά ποτέ δεν μπήκα στο χωριό. Είναι η έκπληξη ενός τουριστικού χωριού. Ο ξενώνας της ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ δίπλα στην πλατεία ήταν η σωτηρία μου.
Η Επτάλοφος (παλιό όνομα Άνω Αγόριανη), είναι χτισμένη στις βορειοδυτικές πλαγιές του Παρνασσού σε υψόμετρο από 850 μ. έως 940 μ. με άφθονα και γάργαρα νερά. Είναι πάνω στο δρόμο που έρχεται από το Λιβάδι της Αράχωβας. Ανήκει στο Δήμο Δελφών και σύμφωνα με την τελευταία απογραφή έχει 461 κατοίκους. Η τουριστική ανάπτυξη της περιοχής έχει συγκρατήσει τον πληθυσμό, ο οποίος μάλιστα τις τελευταίες δεκαετίες σημειώνει ελαφριά αύξηση. Ιστορικά, το χωριό έπαθε μεγάλες καταστροφές κατά την κατοχή από τους Γερμανούς, οι οποίοι τον Οκτώβριο του 1943 έκαψαν σχεδόν ολοσχερώς το χωριό ως αντίποινα για τη δράση ανταρτών στην περιοχή. [πηγή: https://el.wikipedia.org]
6η μέρα: Επτάλοφος – Δελφοί 19 χιλιόμετρα, 7 ώρες περίπου
Ο Άλκης και ο Κώστας, όλο φρεσκαδούρα, ήρθαν ορεξάτοι και χαμογελαστοί για την τελευταία μέρα από την Επτάλοφο στους Δελφούς. Ένα μεγάλο ευχαριστώ, ήταν πολύτιμη η παρέα τους. Δεν φταίω όμως εγώ που αρνήθηκε η Πυθία να τους δεχτεί για τον χρησμό... Δεν ξεκίνησαν από το Καρπενήσι. Τί να κάνουμε, ας πρόσεχαν
Πάντως η διαδρομή «Επτάλοφος – Δελφοί», πρέπει να το παραδεχτούμε, είναι από τις ομορφότερες του Ε4. Ξεκινάει μέσα από το χωριό με νότια κατεύθυνση. Διασχίζει το πανέμορφο ελατόδασος περνώντας ανάμεσα στις βίλες και τους μικρούς παραθεριστικούς οικισμούς, που δείχνουν έναν άλλο κόσμο, πιθανόν μιας άλλης εποχής, όχι όμως της κρίσης. Εδώ λες το γνωστό: «λεφτά υπάρχουν». Συνεχίζει στο οροπέδιο της Αγίας Τριάδας, τα Καλάνια και μετά το Κροκί κατεβαίνει από το αρχαίο μονοπάτι, την πέτρινη «Σκάλα», που από τους Δελφούς οδηγούσε στο Κωρύκειον Άντρο. Το πρόβλημα με τις στεγνές βρύσες επαναλαμβάνεται κι εδώ. Κατά μήκος του τελευταίου τμήματος του μονοπατιού υπάρχει ο παλιός αγωγός του εγκαταλειμμένου υδραγωγείου των Δελφών.
Ο Άλκης προπορεύεται διαρκώς σε όλη τη διαδρομή. Δεν μπορούσα να τον φθάσω. Νομίζω ότι το έκανε επίτηδες, γιατί ήξερε ότι υποφέρω από τις πληγές στα πέλματα... πού θα μου πάει, θα του το ξεπληρώσω...
Μετά το Κροκί, η θέα του Δελφικού Τοπίου, πάνω από τους Δελφούς και τις Φαιδριάδες πέτρες, είναι όμορφη και εντυπωσιακή. Απέναντι είναι το οροπέδιο της Δεσφίνας και κάτω ο κόλπος της Ιτέας, ο Ελαιώνας της Άμφισσας και ο αγωγός του Μόρνου, που στα γυμνά του τμήματα μας δείχνει το γαλάζιο του φορτίο.
«… Eτούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τ’ αμπέλια του,
σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Mονάχα φως…»
[Γ. Ρίτσου, «Ρωμιοσύνη»]
Όπως είναι γνωστό, η Πυθία είχε σε όλη τη διαδρομή δικούς της ανθρώπους, που με διάφορα κόλπα προσπαθούσαν να εκμαιεύσουν λεπτομέρειες και μυστικά από τη ζωή των επισκεπτών της, για να μπορέσει να στοιχειοθετήσει τον χρησμό, έτσι που να είναι πιστευτός. Μόλις μάθαιναν τα μυστικά, έτρεχαν πρώτοι αυτοί στους Δελφούς από δύσβατα μονοπάτια και προετοίμαζαν την πρωθιέρεια του Μαντείου.
Σε μας έστειλε - το καταλάβαμε, λίγο αργά όμως - τον φερόμενο ως γιδοβοσκό (αναφέρεται από τον Διόδωρο ο γιδοβοσκός των Δελφών), λίγο πάνω από την πέτρινη "Σκάλα" και τις "Φαιδριάδες" πέτρες, κοντά στο Κροκί. Έβοσκε κάπου τριακόσια γίδια ως βοσκός-υπάλληλος, αλλά και μυστικός πράκτορας της Πυθίας, διπλοθεσίτης δημόσιος υπάλληλος. Έπαιξε με τη φλογέρα του και μας τραγούδησε παλιά ηπειρώτικα τραγούδια, νομίζοντας ότι είμαστε ηπειρώτες... Αυτός έπαιζε, εγώ τον συνόδευα στο τραγούδι κρατώντας λίγο το μπάσο, ως ο πιο κουρασμένος, ο Κώστας τράβαγε βίντεο και ο Άλκης χόρευε «στα τρία» παριστάνοντας τον τραγόμορφο Πάνα. Μια καταπληκτική σκηνή άκρως σουρεαλιστική. Και μετά, δεν θυμάμαι τίποτα, τι «μυστικά» του είπαμε και τι μας απέσπασε, εκτός από χρήματα… Τηλεφωνήσαμε όμως στη Βάσω, που μας περίμενε στο Μαντείο, να μην επιτρέψει στον γιδοβοσκό να πλησιάσει την Πυθία.
Όχι, δεν είναι χίμαιρα / να καβαλάμε το όνειρο / τη θείαν ετούτη μέρα
που όλα, ορατά και αόρατα, / κι εμείς κι οι ήρωες και οι θεοί
στην ίδια ορμάμε μέσα αιώνια σφαίρα
[Άγγελος Σικελιανός «Αττικό»]
Ο Άγγελος Σικελιανός, ο μεγάλος μας ποιητής, ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αρχαιοελληνική πνευματική ατμόσφαιρα και συνέλαβε την ιδέα να δημιουργηθεί στους Δελφούς ένας παγκόσμιος πνευματικός πυρήνας ικανός να συνθέσει τις αντιθέσεις των λαών («Δελφική Ιδέα»). Η «Δελφική Ιδέα», εκτός από τις αρχαίες παραστάσεις στην εποχή του μεσοπολέμου, περιλάμβανε και τη «Δελφική Ένωση», μία παγκόσμια ένωση για τη συναδέλφωση των λαών και το «Δελφικό Πανεπιστήμιο», στόχος του οποίου ήταν να συνθέσει σε έναν ενιαίο μύθο τις παραδόσεις όλων των λαών. Για τις πρωτοβουλίες αυτές, το 1929, η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε αργυρό μετάλλιο για τη γενναία προσπάθεια αναβίωσης των Δελφικών Αγώνων.
Οι Δελφοί ήταν αρχαία ελληνική πόλη στην οποία λειτούργησε το σημαντικότερο μαντείο του αρχαιοελληνικού κόσμου. Η πόλη αναφέρεται από τους ομηρικούς χρόνους με την ονομασία Πυθώ. Στην αρχή των ιστορικών χρόνων ήταν μία από τις πόλεις της αρχαίας Φωκίδας, αλλά σταδιακά ο ρόλος της πόλης ενισχύθηκε και εξελίχθηκε σε πανελλήνιο κέντρο και ιερή πόλη των αρχαίων Ελλήνων. Αποτέλεσε επίσης κέντρο της Δελφικής Αμφικτυονίας, που ήταν μία ομοσπονδιακή ένωση δώδεκα φυλών με θρησκευτικό κυρίως χαρακτήρα. Διατήρησαν τη σημαντική τους θέση μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., οπότε δόθηκε οριστικό τέλος στη λειτουργία του μαντείου με διάταγμα του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄. Τους επόμενους αιώνες η πόλη παρήκμασε και εγκαταλείφθηκε οριστικά την περίοδο των σλαβικών επιδρομών.
Σήμερα οι Δελφοί είναι μια περιοχή με έντονο τουρισμό και έχει χαρακτηριστεί μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, ο ομφαλός της γης.
Η πρώτη εικόνα από τον αρχαιολογικό χώρο είναι το αρχαίο στάδιο, που είναι από τα καλύτερα διατηρημένα μνημεία του είδους. Βρίσκεται βορειοδυτικά του θεάτρου, στο ψηλότερο σημείο πάνω από το ιερό του Απόλλωνα και την πόλη των Δελφών.
Φεύγει, τελειώνει σιγά σιγά το μονοπάτι και, όπως το περίμενα, μου αφήνει μια γεύση μελαγχολίας. Προσπερνώ την μελαγχολία στα γρήγορα και γεμίζω τη σκέψη μου με χαρούμενα «τέλος», όπως τις καλές ελληνικές ταινίες με το “HAPPY AND”. Ο στόχος πραγματοποιήθηκε με επιτυχία!. Ήταν ένα ρίσκο και μια δύσκολη απόφαση. Τα δύσκολα άλλωστε γεμίζουν τη ζωή μας, αλλά μου αρέσει να ελέγχω τις δυσκολίες και να τις κάνω απολαύσεις. Μετά από έξι μέρες πεζοπορία, διανύοντας περίπου 150 χιλιόμετρα στο Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4 και ξεκινώντας από το Καρπενήσι, φθάνω στους Δελφούς. «Έναν ιερό τόπο της αρχαίας Ελλάδας, που, είτε αποβλέπουμε στη θρησκεία είτε στην ιστορία, είτε στην τέχνη, δεν προκαλεί μόνο ζωηρό ενδιαφέρον αλλά γεννάει και γνήσια συγκίνηση». Αυτή τη συγκίνηση δεν μπορείς να την αποφύγεις.
Μου αρέσει να συναντώ άγνωστους ανθρώπους, μου αρέσουν τα ταξίδια γενικά και σε άγνωστους τόπους, τα άγνωστα βουνά, οι άγνωστοι δρόμοι. Η «Πυθία» είναι η άγνωστη φύση, που, στο ζενίθ της κούρασης και του διαλογισμού, έρχεται σαν όραμα και σου χαρίζει την «ερωτική» της παρουσία. Η φύση διδάσκει ∙ και η επαφή μαζί της έχει «ερωτικά» στοιχεία. Το πρόβλημά μας είναι να μπορέσουμε να δεχτούμε το μάθημα, να δεχθούμε τον «χρησμό» της, να την αγαπήσουμε και να εφαρμόσουμε όσα μαθαίνουμε στη σχέση μας μαζί της, σε όλες μας τις σχέσεις και σε όλα τα πεδία της ζωής μας.
*Στέφανος Σταμέλλος
Oρειβάτης
Μέλος του Συλλόγου Δρομέων Φθιώτιδας "Τραχίνα"
http://www.e-ecology.gr
http://e-onthemountain.blogspot.com
https://www.facebook.com/stefanos.stamellos
Το λεωφορείο έφθασε στο Καρπενήσι νυχτώνοντας για τα καλά. Δευτέρα βράδυ, 13 Ιουλίου. Μόνος, στην ανατολική άκρη της πόλης, με το βαρύ σακίδιο και τα μπατόν. Πρέπει κάτι να αποφασίσω. Ξεκινώ ανοίγοντας το GPS στη διαδρομή/αρχείο «Καρπενήσι – Κρίκελλο» του Μονοπατιού Ε4. Πρώτη φορά χρησιμοποιώ GPS, δανεικό κι αυτό από το Χρίστο, «δανεικές» και οι διαδρομές από την Ζοζεφίνα. Μου δείχνει μόνο την κατεύθυνση. Λεπτομέρειες τίποτα. Σημάδια και ταμπέλες δεν υπάρχουν. Το σκοτάδι δεν βοηθάει, είναι πολύ μαύρο.
Περνάω τον περιφερειακό της πόλης,
ανατολικά από τον λόφο του Αγίου Δημητρίου στα φανάρια, και στα τελευταία σπίτια ζητάω νερό από την κυρία που ποτίζει τα λουλούδια της. Μου λέει: «στην κατεύθυνση αυτή υπάρχουν στάβλοι με σκυλιά αυτή την ώρα». Γυρίζω πίσω με σχετική απογοήτευση, γιατί είχα την ελπίδα ότι θα μπορούσα να προωθηθώ και να κοιμηθώ σε κανένα εκκλησάκι προς τη Μυρίκη. Οι κωλοφωτιές σώζουν την ψυχολογία μου. Είχα χρόνια να δω πυγολαμπίδες.
Η εκκλησία, που είχα σταμπάρει προηγουμένως για να κοιμηθώ, είναι κλεισμένη ολόγυρα με ψηλά κάγκελα. Περνάω το γήπεδο από το πλάι και πάω κατευθείαν στο ΚΤΕΛ. Έχει παγκάκι, φως και… θόρυβο. Θα δούμε. Παριστάνοντας τον άστεγο ανοίγω τον υπνόσακο και κάνω πως κοιμάμαι Περνούν αυτοκίνητα μπροστά, αλλά κανείς δεν με ενοχλεί. Ήταν να το ζήσω κι αυτό. Μια νύχτα «άστεγος» στο παγκάκι έξω από το ΚΤΕΛ Καρπενησίου. Μια νύχτα εφιαλτική…
Έτσι ξεκίνησε μια πεζοπορία έξι ημερών, μια πορεία μοναχική. Χωρίς πολλά «προαπαιτούμενα», αλλά με πολλά εφόδια. Κυρίως τις εμπειρίες των παιδικών χρόνων και των χρόνων της εφηβείας στο χωριό, στα Πετράλωνα στον τόπο που γεννήθηκα, τις εμπειρίες της εξοχής και της φύσης στην ορεινή Ευρυτανία. Εφόδιο η εμπειρία του ορειβάτη και του δρομέα των μεγάλων αποστάσεων και της αντοχής των πολλών ωρών. Είχα υπολογίσει τα 150 περίπου χιλιόμετρα της διαδρομής και τις 12-14 ώρες την ημέρα περπάτημα και υπολόγιζα να είμαι στους Δελφούς ή το Σάββατο βράδυ ή την Κυριακή μεσημέρι. Μιας διαδρομής που αποτελεί μέρος του πασίγνωστου σε ορειβάτες και πεζοπόρους Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4. Έφθασα στους Δελφούς την Κυριακή το μεσημέρι, στις 2μμ
Οφείλω αυτή την απόφαση στη Ζοζεφίνα, την φίλη μας από την Ολλανδία, η οποία μας έλεγε ότι Ολλανδοί τουρίστες κάνουν το Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4 από το Καρπενήσι μέχρι τους Δελφούς. Η ίδια ξεκίνησε μόνη της από τη Νέα Βίνιανη και έφθασε μέχρι τον Αθανάσιο Διάκο. Έτσι γεννήθηκε και η δική μου ιδέα. Ήταν μια γρήγορη σχετικά επιλογή, αλλά και μια δύσκολη απόφαση να αφήσεις την καθημερινότητα, να αφήσεις τις δουλειές και τις πολιτικές εξελίξεις - που είναι στο κόκκινο - και να πάρεις τα πόδια σου για να γνωρίσεις αυτές τις κρυμμένες ομορφιές της άλλης Ελλάδας. Τελικά ήταν μια ωραία εμπειρία που δεν περιγράφεται. Ευχάριστη, αποκαλυπτική και διασκεδαστική, αλλά και επίπονη, κουραστική και με πολλά εμπόδια… γενικά ανεπανάληπτη. Γιατί, «Τίποτα δεν επιστρέφει, τίποτα δεν επαναλαμβάνεται, γιατί όλα είναι πραγματικά»[Φερνάντο Πεσσόα]
«Όσο πεζή κι αν μοιάζει μια ενέργεια, αν επιμείνεις και της δώσεις διάρκεια χρόνου, θα γίνει μια καθαρά πνευματική πράξη, στα όρια του διαλογισμού» γράφει ο μαραθωνοδρόμος Χαρούκι Μουρακάμι στο βιβλίο του «Για τι πράγμα μιλάω όταν μιλάω για το τρέξιμο». Χρειάζεται και μια υπέρβαση, να είσαι μόνος σου στα δύσβατα εγκαταλειμμένα ορεινά μονοπάτια και να περπατάς έξι μέρες και μάλιστα με φουσκάλες στα πέλματα, χωρίς καμιά υποστήριξη και να πρέπει όλα να τα κανονίζεις μόνος σου. Η διαπίστωση είναι ότι καλύτερα διαχειρίζεται κανείς το χρόνο και την κούραση όταν είναι μόνος του. Η κούραση πολλαπλασιάζεται, όταν πρέπει να μοιράζεσαι κάποιες ακραίες καταστάσεις, όταν πρέπει να σκέφτεσαι και τον σύντροφο ή τους συντρόφους σου, να μην υπερβάλεις, μην τυχόν και κρύβουν την κούρασή τους, μήπως πρέπει να σταματήσεις ή να μην σταματήσεις, να μοιραστείς τις ανάγκες και τις δυνατότητες με τους άλλους. Όταν είσαι μόνος σου, όσο κι αν φαίνεται περίεργο, έχεις καλύτερη διαχείριση της κούρασης, του χρόνου, της αυτοσυγκράτησης, του στόχου. Αρκεί να νοιώθεις ότι «το έχεις» πραγματικά και δεν είναι τόσο «βουνό» για σένα. Όμως η «συνταγή» είναι: ποτέ μόνος σου στο βουνό, το λιγότερο τρεις. Αν κάποιος πάθει κάτι, ο ένας να μείνει μαζί του και ο άλλος να τρέξει να ειδοποιήσει. Γιατί ποτέ δεν μπορεί να είσαι σίγουρος με τα κινητά, αν και το 112 λένε πιάνει παντού.
Φοβάμαι ότι θα θεωρηθούν «φλυαρίες» πολλά από όσα θα διαβάσει ο αναγνώστης σε τόσες σελίδες με τις λίγες φωτογραφίες. Μπορεί να μη λέει πολλά, αλλά προσπάθησα να διατηρήσω μια ροή και, με αρκετούς δισταγμούς, να περιορίσω το κείμενο σε λογικά πλαίσια, γιατί συνεχώς «έφευγε». Για τα χωριά είναι ίσως τα λιγότερα που θα μπορούσα να γράψω, γιατί σήμερα μέσα από το διαδίκτυο ο καθένας μπορεί να βρει πολλές και τεκμηριωμένες πληροφορίες. Η αλήθεια είναι ότι κι εγώ ανέτρεξα στο διαδίκτυο. Και ύστερα, δεν είχα το χρόνο να μείνω στο κάθε χωριό περισσότερο για να αποτυπώσω πράγματα και πληροφορίες με την προσωπική εμπειρία
Λίγο πριν φύγω για το Καρπενήσι έγραφα: “Η διαπραγμάτευση της ελληνικής κυβέρνησης με τους ευρωπαίους εταίρους στις Βρυξέλλες είναι σε πλήρη εξέλιξη. Τα ερωτηματικά πολλά∙ και τεράστια η ανησυχία όλων μας για το τι μέλει γενέσθαι. Όλα πλέον οδηγούν στη σκέψη ότι πρέπει να ακούσουμε τον χρησμό της Πυθίας, ως τη μόνο οικολογική απάντηση, για τα μελλούμενα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας”. Η Ευρυτανία είναι το κέντρο της Ελλάδας, είναι και η πατρίδα[«ψηλά που με νανούριζες καημένο Καρπενήσι…»]. Δεν μπορούσα παρά να έχω αφετηρία το Καρπενήσι, για να μπορέσω να επισημοποιήσω την προσπάθεια και την ταλαιπωρία, να προσεγγίσω με αξιοπρέπεια και σεβασμό την σοφία της για να μου δώσει τον χρησμό της… και ως ευρωπαίος μάλιστα πολίτης, να ακολουθήσω το ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4. Όλα αυτά για να τύχει ο χρησμός και της καλής αντιμετώπισης από τη μεριά των δανειστών και ιδιαίτερα της Μέρκελ και του Σόιμπλε… τρομάρα τους. Επικίνδυνα τελικά τα μονοπάτια στην Ευρώπη για την κυβέρνηση, όπως αποδείχτηκε. Τότε δεν μπορούσα να βάλω στην ημερήσια διάταξη την παραίτηση της κυβέρνησης και τις αιφνίδιες εκλογές… όπως και τις δικές μου πολιτικές παραιτήσεις…
Απαράδεκτο και επικίνδυνο το Μονοπάτι E4 σήμερα
Το Ε4 είναι διεθνές μονοπάτι στην εποπτεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης Ορεινής Πεζοπορίας (E.W.V). Ξεκινάει από τα Πυρηναία Όρη στην Ισπανία και φθάνει στην Ελλάδα στο φυλάκιο της Νίκης βόρεια της Φλώρινας. Συνεχίζει την πορεία του νότια διασχίζοντας τα βουνά Βίτσι, Βέρμιο, Πιέρια και Όλυμπο, την νότια οροσειρά της Πίνδου, τα βουνά της κεντρικής Ελλάδας και καταλήγει στους Δελφούς. Περνάει στην Πελοπόννησο φθάνοντας στο Γύθειο και από εκεί συνεχίζει στην Κρήτη και φτάνει μέχρι τη Ζάκρο, όπου και τελειώνει, με ένα συνολικό μήκος στο ελληνικό έδαφος 1.600 χιλιομέτρων
Στην Ελλάδα ήρθε γύρω στο 1990 και σχεδιάστηκε και σηματοδοτήθηκε από την Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας Αναρρίχησης(ΕΟΟΑ) με τη βοήθεια των τοπικών ορειβατικών συλλόγων. Τα χρώματα του Ε4 είναι το κίτρινο με το μαύρο. Η Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας Αναρρίχησης θεωρείται ο σύνδεσμος μεταξύ των ορειβατικών συλλόγων, που έχουν και την ευθύνη συντήρησης των επί μέρους τμημάτων της διαδρομής.
Τώρα όμως σε αρκετά τμήματα της διαδρομής «Καρπενήσι – Δελφοί» η σήμανση είναι ανύπαρκτη. Το μονοπάτι «χάθηκε» από τη φυσική αναδάσωση, την αποσάθρωση και τη διάβρωση του εδάφους, ιδιαίτερα στα μεγάλα πρανή, σε βαθμό που να γίνεται επικίνδυνη η πορεία και απογοητευτικό το εγχείρημα. Δεν δικαιολογείται η αδιαφορία της πολιτείας και της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ορειβασίας Αναρρίχησης, που έχει την ευθύνη του συντονισμού της συντήρησης του Ε4 στη χώρα μας, τη στιγμή που το ενδιαφέρον για το μονοπάτι διαρκώς αυξάνεται.
Εκτός από την έλλειψη σήμανσης και καθαρισμού του μονοπατιού, είναι τέτοια η ποικιλία και η διαφορετικότητα η οποία διακρίνει αυτό που λέμε «πληροφορία» σε όλη τη διαδρομή, που εύκολα κανείς αντιλαμβάνεται την ταλαιπωρία την οποία υφίσταται ο πεζοπόρος, και μάλιστα ο ξένος. Τα πολύ λίγα ταμπελάκια «Ε4» είναι στην πλειοψηφία τους τουφεκισμένα από τους κυνηγούς. Ελάχιστα είναι τα σημάδια κίτρινο – μαύρο. Σε ορισμένα τμήματα συναντάμε κόκκινα σημάδια και πλαστικές κορδέλες. Χωρίς GPS δεν μπορείς να κάνεις βήμα. Αυτό το τμήμα από το Καρπενήσι μέχρι τους Δελφούς, όπως πληροφορήθηκα, το περπατάνε αρκετά ξένα γκρουπς και μεμονωμένοι τουρίστες, κυρίως Ολλανδοί και Γερμανοί. Στα χωριά, μου φώναζαν «αλό» «χάι», γιατί έχουν συνηθίσει να βλέπουν ξένους…
Τι πήρα μαζί μου
Πορτοφόλι + λεφτά, σακίδιο 70 L, υπνόσακο, αντιανεμικό, μπουφάν φλις, ένα ζευγάρι άρβυλα, ένα ζευγάρι σπορτέξ, δύο ζευγάρια κάλτσες ορειβατικές, δύο ζευγάρια κάλτσες σπορτέξ, ένα παντελόνι μακρύ, ένα σορτς, τρία σλιπάκια, τρία T-shirt, ένα καπέλο, δύο μαντηλάκια για το λαιμό, δύο πετσέτες.
Χάρτες της ΑΝΑΒΑΣΗΣ, ένα GPS, 4 ζευγάρια μπαταρίες για το GPS και φορτιστή, φακό κεφαλής και πρόσθετες μπαταρίες, φωτογραφική μηχανή και δύο κινητά με τους φορτιστές, τετράδιο και στυλό, ξυριστικά και οδοντόβουρτσα-οδοντόκρεμα, κρέμα αντιηλιακή, χαρτί υγείας και χαρτομάντηλα, ένα παγούρι νερού, έναν πολυσουγιά, πυξίδα, ένα ζευγάρι μπατόν.
Μαγνήσιο, ηλεκτρολύτες, ασπιρίνες, έξι ενεργειακά τζελ, αντλία αναρρόφησης δηλητηρίου για τα φίδια, πεταντίν, γάζες, αλοιφή για τα πόδια, κηραλοιφή.
Για φαγητό: πέντε αυγά βρασμένα, μισό κιλό σταφίδες ξανθές, μισό κιλό αμύγδαλα, μπισκότα πρωινού με δημητριακά χωρίς ζάχαρη, κρακεράκια, cream crackers, μπάρες ενεργειακές, μπισκότα μαύρης σοκολάτας.
Δεν πας στο Ε4 χωρίς:
- GPS(δύο κατά προτίμηση για ασφάλεια, να μην χαλάσει το ένα),
- μπαταρίες για το GPS(τουλάχιστον δύο ζευγάρια επαναφορτιζόμενες),
- μπατόν,
- φακό κεφαλής.
Η εμπειρία έδειξε ότι χρειάζονται κάλτσες για να τις αλλάζεις τουλάχιστον κάθε μέρα, να βγαίνουν τα παπούτσια πολύ συχνά για να στεγνώνουν και να αερίζονται τα πόδια. Διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος να γίνουν φουσκάλες στα πέλματα και να υποφέρεις από πόνους. Ποιος την έπαθε, δεν λέμε…
Τι νομίζω πρέπει να γίνει για το Ε4
Το σίγουρο είναι ότι μετά από ένα τέτοιο «ταξίδι», επιστρέφεις πιο πλούσιος σε εμπειρίες και εικόνες. Δεν φτάνει όμως αυτό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση φιλοδοξία του «ταξιδιού» είναι να συμβάλει στο ελάχιστο για να αναδειχθεί το Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4, να του δοθεί η αξία και η αίγλη που του αντιστοιχεί και να αναλάβουν οι αρμόδιοι φορείς τις ευθύνες τους για την συντήρηση και τη σήμανση. Να ξεσηκώσουμε όσο μπορούμε περισσότερους φίλους της φύσης για να τιμήσουν αυτές τις διαδρομές και να αντλήσουν δύναμη από την ομορφιά της ελληνικής φύσης στη δύσκολη εποχή που ζούμε.
Η πρόταση είναι ξεκάθαρη. Η Ελληνική Ομοσπονδία Ορειβασίας Αναρρίχησης να αναλάβει ξανά να συντονίσει τους ορειβατικούς συλλόγους της χώρας. Ο κάθε ορειβατικός σύλλογος να υιοθετήσει ένα τμήμα του Ε4 και να αναλάβει να το σημάνει, να το καθαρίσει και να το συντηρήσει, ανεξάρτητα αν είναι στην περιοχή του ή όχι. Αν αυτό δεν θεωρείται εφικτό, να δούμε τη συνεργασία της ΕΟΟΑ με την Περιφέρεια και τους τοπικούς Δήμους και κοινότητες. Αν πάλι η ΕΟΟΑ δεν δείξει ενδιαφέρον, έχει ιδιαίτερο λόγο να το κάνει η Περιφέρεια, αν πράγματι θέλουμε να αναζωογονήσουμε την ύπαιθρο. Σκοπός είναι να δοθεί η δυνατότητα να λειτουργήσουν οι λίγες υποδομές ορεινού τουρισμού, που διαθέτουν τα χωριά και να δημιουργηθούν κι άλλες. Καταλύματα έχουν όλα τα χωριά πλέον. Μόνο στην Καλοσκοπή δεν λειτουργεί κατάλυμα, γιατί ο ξενώνας που είχε γίνει παλιότερα, έχει εγκαταλειφθεί.
Συνεπώς, μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα: αξιοποίηση του διαδικτύου, δημοσιοποίηση κειμένων σε περιοδικά, αναφορές σε ραδιόφωνα και τηλεόραση, δημιουργία εκδηλώσεων όπως πανελλήνιες πεζοπορίες σε διάφορα τμήματα του Ε4, έκδοση φωτογραφικού λευκώματος, προβολή της διαδρομής σε διεθνείς εκθέσεις. Οι δυνατότητες είναι πολλές. Σκεφτείτε πόσα πράγματα μπορεί να ζήσει κανείς πεζοπορώντας στη διαδρομή!! πόσα να φωτογραφήσει και άλλα πόσα να αφηγηθεί ∙ για τη ζωή στη φύση, τις προσωπικές εμπειρίες από ένα ατελείωτο ταξίδι, για χωριά στο πουθενά, για τους ανθρώπους, τις συνήθειες και τις δραστηριότητές τους, τον πολιτισμό και την ιστορία, τις μουσικές, τις γεύσεις και τη γαστρονομία, για προσωπικότητες γνωστές και άγνωστες, αλλά πιο πολύ για την ορεινή Ελλάδα μας που ανασαίνει με το δικό της τρόπο.
Οτιδήποτε έχει μια ιδιαίτερη αξία στη διαδρομή, πρέπει να αναδειχθεί και να προστατευτεί. Το ξεχωριστό δέντρο, ιδιαίτερα τμήματα δασών, το μνημείο, η γέφυρα, η βρύση, η παλιά εκκλησία, το δάσος της καστανιάς, το ποτάμι, η πηγή, ο βράχος, το λουλούδι. Ιδιαίτερα οι βρύσες: είναι πολύ σημαντικό ο πεζοπόρος να βρίσκει νερό τώρα μάλιστα το καλοκαίρι. Δεν είναι καλό να είναι στεγνές οι βρύσες ή χαλασμένες και βρώμικες.
Αν είναι δυνατόν το μονοπάτι να παρακάμπτει τις στάνες, γιατί κάποιοι φοβούνται τα σκυλιά. Για τα μελίσσια, που είναι δίπλα στο δρόμο, να ενημερώνονται οι πεζοπόροι με ευθύνη των μελισσοκόμων για να μην πλησιάζουν κοντά, γιατί είναι επικίνδυνο, με μια ταμπελίτσα: «ΠΡΟΣΟΧΗ ΜΕΛΙΣΣΙΑ – κρατείστε απόσταση» και στα αγγλικά.
Αναφορικά με τους χρόνους, που συνήθως γράφονται στις πινακίδες, πρέπει να αντικατασταθούν με τα χιλιόμετρα μόνο. Δεν μπορεί να έχει χρόνους. Είναι τέτοιες οι συνθήκες, που δύσκολα μπορεί να κάνει κανείς πάνω από 2-3 χιλιόμετρα την ώρα με δεδομένο ότι πρέπει να συμβουλεύεται το GPS κάθε στιγμή, να καταγράφει τις ομορφιές και τις ιδιαιτερότητες με την φωτογραφική μηχανή, να αφιερώνει χρόνο στα χωριά για περισσότερα γνωριμία με τα δικά τους στοιχεία και φυσικά να πάρει υπόψη του και την ταλαιπωρία, την κούραση και τις φουσκάλες στα πέλματα των ποδιών. Έτσι διαδρομές των 20 χιλιομέτρων έγιναν και σε δέκα ώρες, των 30 χιλ σε 14 ώρες κλπ
Ξεκινώντας από το Καρπενήσι το Ε4 περνάει από τα χωριά: Μυρίκη, Κρίκελλο, Στάβλοι, Άμπλιανη, Μανδρινή, Λεύκα, Γραμμένη Οξυά, Αρτοτίνα, Αθανάσιος Διάκος, Στρώμη, Καλοσκοπή, Επτάλοφος για να καταλήξει στους Δελφούς. Όλα σχεδόν σε υψόμετρο 1050-1350 μέτρα. Περνάει στα χαμηλά του Βελουχιού και της Καλιακούδας, της Σαράνταινας και της Γραμμένης Οξιάς, ανεβαίνει στα οροπέδια των Βαρδουσίων, της Γκιώνας και του Παρνασσού, με μέγιστο ύψος τα 1800 περίπου μέτρα. Συναντάει τα ποτάμια: τον Κρικελλοπόταμο(Κρικελλιώτη), το Καψαλόρεμα (ρέμα της Μανδρινής), τον Εύηνο, το ρέμα της Αρτοτίνας και τον Μόρνο. Συναντάει πολλές βρύσες και πηγές, επώνυμες και ανώνυμες, τις περισσότερες χωρίς νερό, κι αυτό είναι ένα ακόμα πρόβλημα για το μονοπάτι. Συναντάει αρκετές στάνες και κοπάδια, σκυλιά και ζώα. Τέλος συναντάμε τους ανθρώπους της ορεινής Ελλάδας, της υπαίθρου, που ζουν στο δικό τους ρυθμό μέσα σε συνθήκες μιας άλλης ποιότητας ζωής.
Δεν κατάφερα να αποτυπώσω και να καταγράψω όλα όσα θα μπορούσε να περιλάβει ένα τέτοιο πεζοπορικό. Με απορρόφησε περισσότερο η ίδια η εμπειρία και η γνωριμία με το μονοπάτι, με τις δυσκολίες του. Γι' αυτό οι φωτογραφίες είναι σχετικά πρόχειρες. Πολλές ομορφιές δεν αποτυπώνονται, όπως για παράδειγμα οι βρύσες. Δεν φωτογραφήθηκαν όλες.
Μόνος εκόλπωσα τις ευωδιές
Επάνω στον αγρό με τις αλκυονίδες
Τάισα τα λουλούδια κίτρινο
βουκόλησα τους λόφους
Επυροβόλησα την ερημιά με κόκκινο!
[Οδυσσέας Ελύτης: «Το Άξιον Εστί»]
Θεωρώ πολύ σημαντικό τελικά να καταφέρουμε, αυτό το ξεχασμένο μονοπάτι να το κάνουμε ξανά ασφαλές για τους επισκέπτες και πεζοπόρους, ιδιαίτερα τους ξένους φίλους. Η υποχρέωση είναι μεγαλύτερη σε μας, τους κατοίκους της Στερεάς...
ΕΛΑΤΕ ΜΑΖΙ, ΣΤΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ Ε4
1η μέρα: Καρπενήσι – Άμπλιανη 34 χιλιόμετρα, 14,5 ώρες περίπου.
Με ξύπνησε(τί ύπνος κι αυτός…) στις 5 παρά τέταρτο το λεωφορείο που έφευγε για δρομολόγιο. Νύχτα ακόμα πηγαίνω στο βενζινάδικο της περιφερειακής και βγάζω να φάω κάτι για πρωινό. Με το φως της μέρας έρχεται ο βενζινάς, βάζω νερό στο παγούρι και φεύγω, στις 6 και 25 ακριβώς, προς το ποτάμι ακολουθώντας αγροτικό δρόμο με ανοιχτό το GPS. Περνώ απέναντι χωρίς σημάδια ανεβαίνοντας μέσα από κτήμα – ανοιγοκλείνοντας αμπάρες - με ένα καινούργιο σπίτι στην κορυφή. Η συνέχεια στον δασικό δρόμο ∙ και μετά από πολλές τραβέρσες, αφήνοντας πίσω μου το Καρπενήσι, την Ποταμιά, τη Χελιδόνα, την Καλιακούδα και το Βελούχι απέναντι - εικόνες πανέμορφες - φθάνω στη Μυρίκη και στην όμορφη ταβέρνα της Φρόσως Χινοπώρου «ΤΟ ΑΛΩΝΙ», με την διάθεση να ανεβαίνει. Μπορώ να πω ότι το τμήμα αυτό είναι μια από τις πιο ωραίες διαδρομές του Ε4.
Το χωριό Μυρίκη είναι σε υψόμετρο 1.120 μέτρα, απέναντι και νότια από το Βελούχι. Είναι μέσα σε ελατόδασος με καταπληκτική θέα στο Καρπενήσι και στο Βελούχι και με εξαιρετική ομορφιά. Το παλιό της όνομα ήταν Αγριοτριανταφυλλιά και Μυρίση. Το χωριό γνώρισε καταστροφές κατά την επανάσταση όπως και κατά την περίοδο της κατοχής. Σήμερα έχει γύρω στους 20 μόνιμους κατοίκους το χειμώνα, τους καλοκαιρινούς όμως μήνες είναι γεμάτο κόσμο. Έχει ξενώνες και ενοικιαζόμενα δωμάτια, χτίζονται καινούρια σπίτια και γενικά υπάρχει μια ανάπτυξη.
Μετά τον καφέ και τη συζήτηση με τη Φρόσω, συνεχίζω. Ρωτώντας πας στην πόλη, που λένε. Αλλού μονοπάτι, αλλού δασικός δρόμος, με ελάχιστα έως καθόλου σημάδια. Μελίσσια και μελισσοκόμοι, ρέματα, ρυάκια και πηγές, σκαψίματα αγριογούρουνων και γουρνοχαρές, που λέει η φίλη μας η Έφη, αλλά και καταπληκτικές άγριες φράουλες ανεβαίνοντας ανάμεσα στα εγκαταλειμμένα χωράφια. Τρώω τα χαμοκέρασα με τη χούφτα. Στο τέλος της πανέμορφης αυτής διαδρομής είναι περίπου δύο χιλιόμετρα άσφαλτος και φθάνω στο Κρίκελλο.
Το Κρίκελλο είναι χτισμένο κι αυτό σε υψόμετρο 1.120 μέτρων στην ανατολική πλευρά της Καλιακούδας που τη χωρίζει από την Σαράνταινα και τα Κοκάλια η ρεματιά του Κρικελλοπόταμου(ή Κρικελλιώτη). Είναι ένα από τα πιο όμορφα χωριά της Ευρυτανίας.
Συναντώ πάνω από το χωριό τα σημάδια από τον αγώνα του ορεινού τρεξίματος 21 χιλ που ξεκινάει από το Μνημείο της ιστορικής μάχης των Κοκκαλίων, όπου το 279 π.Χ οι Αιτωλοί και οι Ευρυτάνες κατατρόπωσαν τους Γαλάτες, και τερματίζει στο χωριό. Πολύ κοντά είναι και το Μνημείο της πρώτης μάχης του ΕΛΑΣ με τον Άρη Βελουχιώτη κατά των Ιταλών, που έγινε στις 28 Οκτωβρίου 1942 στη θέση Κουφόβρυση.
Πίνοντας τον εσπρέσο στην όμορφη πλατεία του Κρικέλλου, έψαξα να βρω τους φίλους μου. Έλειπαν. Με την συζήτηση κατάλαβα ότι τους απασχολεί το θέμα του μονοπατιού Ε4, και η κακή του κατάσταση ∙ και μάλιστα, όπως μου εκμυστηρεύτηκαν, οι Ολλανδοί είπαν: «δεν ξανάρχονται, αν δεν βελτιωθεί». Κι αυτό είναι αρκετά σοβαρό. Στη διαδρομή βρήκα καρφωμένη και την κάρτα της εταιρείας πεζοποριών “AnnaHiking” με έδρα τα Γιάννενα. Είναι ένα γραφείο εναλλακτικού τουρισμού, κυρίως για Ολλανδούς τουρίστες στην Ελλάδα, που τους αρέσει η ορεινή πεζοπορία.
Τα όμορφα σπάρτα και τα σπαθόχορτα(βαλσαμόχορτα) συντροφεύουν το μονοπάτι σε όλη τη διαδρομή …
Όλα για σένα τά' κοψα κι έλα, καλή μου, πάρ' τα,
τις αργυρές αγράμπελες και τα χρυσά τα σπάρτα
Ζηλιάρης δράκος ο γκρεμνός τα φύλαγε από μένα
τα πλούτη του τα λιόσπαρτα και τ' αφρογεννημένα
Κι έκανα τον καημό σπαθί, το λογισμό κοντάρι,
και πάτησα και νίκησα τον ακριβό ζηλιάρη
Όλα για σένα τα' κοψα κι έλα, καλή μου, πάρτ' τα,
του δράκου τις αγράμπελες και του γκρεμνού τα σπάρτα
[Από τα «Άνθη του γκρεμνού» του Γ ΔΡΟΣΙΝΗ]
Από το Κρίκελλο συνεχίζοντας το Ε4 κατεβαίνει προς τον Κρικελλιώτη. Ορατές παντού οι ζημιές από τις μεγάλες βροχοπτώσεις και τις πλημμύρες του χειμώνα. Το ποτάμι είναι γεμάτο με κορμούς δέντρων που παρασύρθηκαν στη διαδρομή, κυρίως από τις κατολισθήσεις των πρανών. Το μπάνιο στο κρύο νερό είναι ξεκούραση. Περνώ το ποτάμι ξυπόλητος για να μη μουσκέψω και αρχίζει η ανάβαση για τους Στάβλους. Μια όμορφη διαδρομή μέσα στο ελατόδασος, με ελάχιστα σημάδια και με το μονοπάτι εξαφανισμένο. Είναι μια διαδρομή που την έκανα τουλάχιστον δύο φορές στο παρελθόν. Περνώ πάνω από τους Στάβλους χωρίς να μπω στο χωριό ακολουθώντας την άσφαλτο προς Άμπλιανη.
Το χωριό Στάβλοι έχει υψόμετρο 1.230 μέτρα, στον ορεινό όγκο της Γραμμένης Οξιάς. Στην απογραφή του 2011 παρουσιάζει 253 κατοίκους και απέχει 50 χιλιόμετρα περίπου από το Καρπενήσι. Σύμφωνα με την παράδοση και τα αρχαιολογικά ευρήματα, λέγεται ότι στην περιοχή βρίσκονταν τα ανάκτορα και οι στάβλοι του μυθικού βασιλιά Ευρύτου, ο οποίος έδωσε και το όνομά του στην Ευρυτανία. Τα ευρήματα περιλαμβάνουν κτερίσματα, κιονόκρανα και μυκηναϊκά τείχη. Πολλοί κάτοικοι εγκατέλειψαν στο παρελθόν το χωριό, λόγω μιας μεγάλης κατολίσθησης. Ο Γάλλος Πουκεβίλ αναφέρει ότι στα τέλη του 18ου αιώνα το χωριό είχε πληθυσμό περίπου 20 οικογένειες.
Μία ερμηνεία για την ονομασία του χωριού προέρχεται από την παράδοση ότι στην περιοχή βρίσκονταν οι στάβλοι της βασίλισσας των Φράγκων ιπποτών. (πηγή: https://el.wikipedia.org)
Περνώντας τη βρύση που είναι δίπλα στην άσφαλτο πάνω από το χωριό, φεύγει αριστερά μονοπάτι προς τη ράχη. Είμαι τυχερός ακόμα μια φορά, όπως και στη διαδρομή προς το Κρίκελλο, και βρίσκω αρκετές άγριες φράουλες, τα χαμοκέρασα. Νόστιμες και γευστικές. Φτάνοντας στο διάσελο, στα υψίπεδα της Σαράνταινας, το μονοπάτι κατεβαίνει απότομα, αλλά με καλή σχετικά σήμανση και σουρουπώνοντας σχεδόν, φθάνω στο χωριό Άμπλιανη, μια αρκετά γνώριμη περιοχή. Πηγαίνω κατευθείαν στον μοναδικό ξενώνα του χωριού, στον Ηλία. Έτσι τελείωσε η πρώτη μέρα. Το θέμα μου είναι να μπορέσω να διατηρήσω την ευχαρίστηση που νοιώθω μέχρι και το τέλος της τελευταίας διαδρομής, μπροστά στην Πυθία...
Η Άμπλιανη ανήκει στο νομό Ευρυτανίας και βρίσκεται στα νότια του νομού σε υψόμετρο 1.220 μέτρων. Απέχει 62 χλμ από το Καρπενήσι και περίπου 31 χιλιόμετρα από το Κρίκελλο. Το σλαβικής προέλευσης όνομα «Άμπλιανη» οφείλεται στους πολλούς αμπλάδες (μικρές πηγές με πολύ νερό) της περιοχής. Πριν την Επανάσταση του 1821 ήταν ο μεγαλύτερος οικισμός της Ευρυτανίας, μετά το Καρπενήσι. Στην Κατοχή οι κάτοικοι του χωριού πήραν ενεργά μέρος στην Αντίσταση, πληρώνοντας και τις ανάλογες συνέπειες, καθώς οι Γερμανοί έκαψαν το χωριό. Η Άμπλιανη είναι γνωστή για τα υφαντά και τις παραδοσιακές φορεσιές των γυναικών. Αξιοσημείωτος είναι ο παραδοσιακός χορός «Στέγκος», ο οποίος χορεύεται στην ομώνυμη τοποθεσία του χωριού την παραμονή του πανηγυριού της Αγίας Παρασκευής (26 Ιουλίου).
2η μέρα Άμπλιανη – Αρτοτίνα: 30 χιλιόμετρα, 13.30 ώρες περίπου
Από την Άμπλιανη ακολουθώ τη σήμανση προς το χωριό Μανδρινή. Το μονοπάτι φεύγει δυτικά από το νεκροταφείο του χωριού και κατεβαίνει νότια, με μικρές τραβέρσες, στο εκκλησάκι του Αη-Γιάννη. Είναι μια όμορφη περιοχή που λέγεται Αμπέλια, όπου πριν 40 με 50 χρόνια οι Αμπλιανίτες έμεναν τους χειμερινούς μήνες, όπως γράφει η Ζωή Γ.
Περνώ από αριστερά την περίφραξη της χοιροτροφικής μονάδας κατεβαίνοντας προς το ποτάμι της Μανδρινής. Οι ταμπέλες είναι ελάχιστες. Όπως γράφει ο Χριστόφορος Κ «τις ταμπελίτσες Ε4 τις βάλαμε με τον μακαρίτη τον Τάσο Ρήγα πριν από 28 χρόνια». Άρα είκοσι οκτώ χρόνια έχει να συντηρηθεί το μονοπάτι και να ανανεωθούν οι ταμπέλες. Στο ποτάμι, το Καψαλόρεμα, που είναι παραπόταμος του Εύηνου, συναντάμε τις ίδιες εικόνες του Κρικελλιώτη, χαρακτηριστικές των πλημμυρών και των κατολισθήσεων του χειμώνα. Μεγάλοι κορμοί δέντρων μέσα στην κοίτη με τα πρανή στις όχθες να έχουν καταρρεύσει.
"Όσο μπόρεσα έφερ᾿ αντίσταση σ᾿ αυτό το ποτάμι
Όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα."
[Απόσπασμα από το ποίημα της Κικής Δημουλά ΠΕΡΑΣΑ]
Συνεχίζοντας δίπλα στην όχθη, πέφτω πάνω στα ερείπια ενός νερόμυλου. Είμαι πολύ τυχερός. Είχα ξεφύγει λίγο από το Ε4 και βάδιζα στην άκρη στο ποτάμι. Χαρακτηριστικό είναι το μυλολίθι. Στουρναρόπετρες μέσα στο χάλκινο στεφάνι. Πρέπει να είναι το κάτω μυλολίθι, που μένει ακίνητο. Από κει και η παροιμία "αυτός κινείται σαν το κάτ΄το μυλολίθ' " ... που λένε στα χωριά μας. Ο μύλος, όπως μου είπαν στο χωριό, δούλευε μέχρι τελευταία, δηλαδή και μετά το '60 ίσως.
Καταμεσήμερο και κάνω μια δύσκολη αξέχαστη απότομη ανάβαση μέσα στο πυκνό δάσος με βελανιδιές και κέδρα για να πιάσω τον χωματόδρομο, γιατί μονοπάτι δεν υπάρχει. Κανονικά έπρεπε να είναι το μονοπάτι που πήγαινε στο μύλο. Στην Άμπλιανη μου είπαν να ακολουθήσω τον χωματόδρομο, γιατί δεν θα βρω μονοπάτι. Ακολουθώντας τελικά τον χωματόδρομο φτάνω στο χωριό Μανδρινή. Ο δρόμος πάντως προς Λιβαδάκι, Άμπλιανη, Κλεπά και Αράχωβα δεν είναι βατός, παρά τις ταμπέλες, λόγω των κατολισθήσεων και των μεγάλων βροχοπτώσεων του χειμώνα
Η Μανδρινή είναι χωριό του νομού Αιτωλοακαρνανίας κτισμένη σε υψόμετρο 1.020 μέτρα στις δυτικές πλαγιές των Βαρδουσίων. Η παλαιά σλάβικη ονομασία του χωριού μέχρι το 1928 ήταν Μεγάλη Παλούκοβα. Ανήκει στον Δήμο Ναυπακτίας, μια από τις πιο απομακρυσμένες κοινότητες του δήμου, και ο πληθυσμός της, σύμφωνα με την απογραφή, είναι 73 κάτοικοι, που ασχολούνται με τη λίγη γεωργία και την κτηνοτροφία. Είναι το μόνο χωριό που συνάντησα που δεν έχει άσφαλτο. Η άσφαλτος φθάνει περίπου τρία χιλιόμετρα έξω από το χωριό, όπως ερχόμαστε από τη Λεύκα. Όπως μας είπε ο ιδιοκτήτης της ταβέρνας, οι Μανδρινιώτες μεταφέρθηκαν στην περιοχή του Μεσολογγίου. Καθώς πήγαιναν το χειμώνα να ξεχειμαδιάσουν, έφτιαξαν εκεί τα νοικοκυριά τους. Στο χωριό τώρα το χειμώνα μένουν ελάχιστοι. Στην περίοδο του μεσοπολέμου είχε μεγάλη ακμή και είχε πολλά κοπάδια με ζώα. Σήμερα είναι μόνο ένα κοπάδι κι αυτό είναι ξένο.
Από τη Μανδρινή το Ε4 συνεχίζει στο δημόσιο δρόμο για τη Λεύκα. Τα πρώτα τρία περίπου χιλιόμετρα είναι χωματόδρομος, μετά γίνεται άσφαλτος. Είμαι στο μέσο της δεύτερης μέρας με τα πρώτα δύσκολα συμπτώματα στα πόδια. Οι φουσκάλες στα πέλματα αρχίζουν να σπάνε. Ο πόνος είναι μια αναπόφευκτη πραγματικότητα. Το περίμενα ότι θα έχω πόνους, αλλά όλα αντέχονται. Όμως η αδρεναλίνη ρέει μέσα μου. Και οι ενδορφίνες, που αποτελούν και ισχυρότατο παυσίπονο, με απογειώνουν. Είναι καταμεσήμερο. Βλέπω τη σκιά μου, η σκιά του κουρασμένου μοναχικού πεζοπόρου, να γέρνει ελαφρώς, μπορεί από τη θέση του ήλιου, μπορεί κι από την κούραση. Ρωτάνε πολλές φορές τι σκέφτομαι όταν περπατώ ή τρέχω πολλές ώρες μόνος. Αυτοί που ρωτάνε δεν έχουν κάνει οι ίδιοι μεγάλες αποστάσεις μόνοι τους. Η αλήθεια είναι ότι δεν σκέφτομαι τίποτα ιδιαίτερα σοβαρό ή αξιομνημόνευτο. Απλά το μυαλό του ανθρώπου δεν μπορεί να αδειάσει εντελώς. Κυρίως σκέφτομαι αυτά που συμβαίνουν γύρω μου ή αυτά που περιμένω να δω στο άμεσο επόμενο διάστημα και πώς καλύτερα να διαχειριστώ το χρόνο και την κούραση. Δηλαδή εντελώς πρακτικά πράγματα και γύρω από αυτό που ζω. Κυρίως όμως ανιχνεύω το κάθε τι που συναντώ και μου δημιουργεί ευχαρίστηση ή απορία και ενδιαφέρον.
Τι αλήθεια μπορεί να σκέφτεται κανείς οδοιπορώντας με τις ώρες στην κάψα του καλοκαιριού, καταμεσήμερο, πάνω στα αρχαία μονοπάτια, στο ευρωπαϊκό μονοπάτι Ε4... Ψάχνω να βρω την οικολογική μου συνείδηση ανάμεσα στα βουνά και τις χαράδρες, μέσα στις δασωμένες πλαγιές της Γραμμένης Οξιάς και των Δυτικών Βαρδουσίων, ακούγοντας το μονότονο τραγούδι των ακούραστων τζιτζικιών...
Έχω μια χώρα μέσα μου. Μια χώρα που «καίγεται» ανάμεσα στην πλασματική ευημερία και τη λιτή διαβίωση, ανάμεσα στα μνημόνια, την εξυγίανση των τραπεζών και το πλαστικό χρήμα, και τη φτώχεια, στην δίκαιη κατανομή του πλούτου και την κοινωνική αδικία. Ανάμεσα στη βιωσιμότητα και τη μη βιωσιμότητα. Έχω μια πλούσια χώρα μέσα μου, την ομορφότερη του κόσμου, κι αυτή προσπαθώ να σκέφτομαι, στο πουθενά που βρίσκομαι... "Πέτρινο το κορμί μου, αγέρας η ψυχή μου"
Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ / και βαθιά σ’ ευχαριστώ
γιατί μ’ έμαθες και ξέρω / ν’ ανασαίνω όπου βρεθώ
να πεθαίνω όπου πατώ / και να μη σε υποφέρω
[Μανώλης Ρασούλης]
Διαβάζοντας την ανάρτηση μου στο facebook φίλος γιατρός έγραψε: «φιλική συμβουλή: η πεζοπορία το καταμεσήμερο μες στην κάψα του καλοκαιριού....ουκ ανδρός σοφού!!!!!!» Έχεις δίκιο Γιώργο, αλλά κάποια πράγματα ή τα κάνεις ή δεν τα κάνεις. Όπως καταλαβαίνουμε δεν είναι καμιά εποχή ιδιαίτερα ιδανική για πολυήμερες πεζοπορίες/ορειβασίες στα βουνά μας. Κάποιες φορές η αδρεναλίνη ανεβαίνει ψηλά... κι αυτό είναι ένα στοιχείο της ορειβασίας και της πεζοπορίας. Η ασφάλεια επαφίεται στην πρόληψη. Καταμεσήμερο λοιπόν και είμαι με καπέλο, νερό και ηλεκτρολύτες, καλά παπούτσια και κινητό(ά), GPS και ... ασπιρίνες. Δεν βοηθάει ο χειμώνας για τους γνωστούς λόγους, η άνοιξη έχει πολλές βροχές και σχετικά κρύα. Το Φθινόπωρο νωρίς έχει και καταιγίδες με κεραυνούς, όπως και το καλοκαίρι φυσικά, που έχεις τον κίνδυνο με όλα τα σιδερικά και ηλεκτρονικά που κουβαλάς. Πρέπει να σου πετύχει καλός καιρός. Νομίζω αυτή τη φορά είχα ιδανικές συνθήκες: έξι μέρες χωρίς βροχή, με θερμοκρασίες μέχρι 32 βαθμούς και δυνατότητα να κοιμηθώ με υπνόσακο στην ύπαιθρο. Η ζέστη πάνω από τους Δελφούς με το λιοπύρι μετριάστηκε από το ελαφρύ αεράκι της ημέρας.
Πρέπει να πω επίσης ότι στις μονότονες μεγάλες διαδρομές, κυρίως ασφάλτινες ή σε δασικούς δρόμους, για να συνεχίσεις να προχωράς πρέπει να διατηρείς το ρυθμό σου. Αυτό είναι το σημαντικότερο όταν έχεις στόχο να φθάσεις κάπου το βράδυ. Συνήθως μετράω βήματα ή αναπνοές και προσθέτω εκατοντάδες. Φαίνεται λίγο παράξενο, αλλά από ένα σημείο και μετά γίνεται ασυναίσθητα. Αυτό άλλωστε κάνω και στην προπόνηση.
Φτάνω στη Λεύκα, ανεβαίνοντας από το ρέμα με πολλές τραβέρσες στην άσφαλτο. Η Λεύκα, ένα από τα ορεινότερα χωριά της Αιτωλοακαρνανίας, είναι χτισμένη κι αυτή σε υψόμετρο 1.080 μέτρων στις δυτικές πλαγιές των Βαρδουσίων. Η παλαιά σλάβικη ονομασία του χωριού μέχρι το 1927 ήταν Μικρά Παλούκοβα, σε αντίθεση με τη Μεγάλη Παλούκοβα, όπως ονομαζόταν τότε η Μανδρινή. Ανήκει κι αυτή στο Δήμο Ναυπακτίας.
Το 1850 στο χωριό έγινε καθίζηση του εδάφους, με αποτέλεσμα να βουλιάξουν σχεδόν όλα τα σπίτια με τις βροχές του χειμώνα.
https://el.wikipedia.org
Στην όμορφη πλατεία με τα μεγάλα πλατάνια, συναντώ τον Χ. Αποστολόπουλο, πρώην πρόεδρο της Τοπικής Κοινότητας, παλαιό αυτοδιοικητικό. Συζητήσαμε αρκετά παίρνοντας πολλές πληροφορίες για το χωριό και την περιοχή. Η Λεύκα ήταν κτηνοτροφικό χωριό με πάνω από 14.000 γιδοπρόβατα, που ανέβαιναν στην Γραμμένη Οξιά και τη Σαράνταινα. Τώρα έχει μόνο δύο κοπάδια, που τα έχουν δύο αδέρφια.
«Εγώ είμαι υπέρ της άμεσης δημοκρατίας, υπέρ των μικρών κοινοτήτων, και το μόνο που θα έλεγα σήμερα που η χώρα μας περνάει κρίση, θα ‘τανε, «πάρτε τα βουνά, ξαναγυρίστε στα χωριά σας, ξαναγυρίστε στη γη! Ξαναεποικήστε την Ελλάδα!» έλεγε ο Χρόνης Μίσσιος. Είχε άδικο;
Στην κορυφή του χωριού είναι η «Βρύση της Βάσως», ιστορική βρύση από το 1836. Σε κάποια Βάσω οφείλει το όνομά της και κανένα ερωτικό γεγονός της δύσκολης εκείνης εποχής θα είναι η αιτία. Ξεκουράζω λίγο τα πόδια στο κρύο νερό και γεμίζω τις άδειες μου δεξαμενές στη φιλόξενη βρύση.
Δεν μπόρεσα να βρω σήμα για το Ε4 που να παρακάμπτει τον αμαξιτό δρόμο, γι’ αυτό συνεχίζω στην άσφαλτο μέχρι τη Γραμμένη Οξιά, έχοντας απέναντι και μπροστά τα εντυπωσιακά Δυτικά Βαρδούσια και κάτω, νότια, την ρεματιά του Εύηνου
Το δυτικό συγκρότημα των Βαρδουσίων [όπως φαίνεται από το Ε4 και το δρόμο Λεύκα - Γραμμένη Οξυά], είναι εντυπωσιακό, καθώς περιλαμβάνει απόκρημνες κορυφές όπως οι Σούφλες (2.260 μ.), η Αλογόραχη (2.265 μ.), η Πυραμίδα (2.348 μ.), το Γιδοβούνι (2.087 μ.), το Πάνω Ψηλό (2.120 μ.) και το Κάτω Ψηλό (2.140 μ.) και την πιο απομακρυσμένη το Βουνό της Κωστάριτσας (2.216 μ.). «Κάθε βουνό κι η υπογραφή του.» [Ο. Ελύτης, «Εκ του πλησίον»] Οι κορυφές Πάνω και Κάτω Ψηλό είναι δύο απότομα μυτίκια που χρειάζονται δύσκολη αναρρίχηση για την προσέγγισή τους. Την άνοιξη από τις κορυφές αυτές δημιουργείται «ψηλή βροχή», λόγω των χιονιών που λιώνουν και εξαιτίας των αρνητικών κλίσεων που παρουσιάζουν σε ορισμένα σημεία. Από αυτό το φαινόμενο πολλοί ντόπιοι ονομάζουν τα Βαρδούσια ως «Ανεμιστός».
πηγή:http://hikingexperience.blogspot.gr/
Μετά την ανάρτηση στο facebook ο Τάσσος Λ. διορθώνει: «Ανεμιστός λέγεται ένας εποχιακός καταρράκτης που σχηματίζεται μεταξύ των κορυφών του δυτικού συγκροτήματος των Βαρδουσίων Πυραμίδα και Πάνω Ψηλό και χύνεται σε βορειοδυτική κατεύθυνση, πάνω από το τμήμα του Ε4 Αρτοτίνα - Σκασμένη Στρούγγα.» Ο δε Μίλτος Ζ. αναφέρει: «Τα σωστά είναι ως εξής: πράγματι ο Ανεμιστός είναι ένας καταρράκτης που απορρέουν τα νερά της χαράδρας μεταξύ Πάνω και Κάτω Ψηλού και πέφτουν πάνω από την λάκα Κουφόλακα και το μονοπάτι Ε4. Το Πάνω Ψηλό είναι χαμηλότερο, από το Κάτω κατά λίγα μέτρα. Το Κάτω χρειάζεται αναρρίχηση (πέρασμα ΙΙΙου βαθμού) από τα δυτικά ή εύκολη κόψη ΙΙ-ΙΙΙου από τα νότια. Το Πάνω προσεγγίζεται πολύ εύκολα με τα πόδια, από τη ρίζα της δυτικής ορθοπλαγιάς της Πλάκας-Πυραμίδας. Το μέρος είναι καταπληκτικό γενικά.»
Η ανεμογεννήτρια στο γήπεδο της Γραμμένης Οξιάς, λίγο έξω από το χωριό, είναι κάτι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Δεν μπόρεσα να ρωτήσω τους εργαζόμενους του Δήμου, που κάτι ήρθαν να κάνουν εκείνη την ώρα. Η κούραση ήταν μεγάλη και ήθελα να φτάσω στο χωριό. Η ώρα ήταν κάπου τρεις το απόγευμα Την απορία την έλυσαν ο Νίκος Α και ο Διονύσης Α αργότερα, στη συζήτηση στο facebook. Είναι ανεμοαντλία τύπου Savonious που ανεβάζει το νερό από το πηγάδι και ποτίζονται τα δέντρα γύρω από το γήπεδο. Μια πολύ καλή πρόταση για ανάλογες περιπτώσεις. «Πρόκειται για την διάσημη ανεμογεννήτρια Savonious. Είναι η πρώτη φορά που βλέπω στην Ελλάδα» γράφει ο Διονύσης Α. «Στέφανε χθες είχα την τύχη να πετύχω τον ιδιοκτήτη της ανεμογεννήτριας Γιώργο Δ. που μου εξήγησε ότι η κατασκευή δουλεύει με μια τρόμπα ποδηλάτου που βρήκε στο διπλανό ρέμα! και με μία βαλβίδα αντεπιστροφής. Το πηγάδι βγάζει έως 900 λίτρα/μέρα με μέγιστη δυνατότητα άντλησης 250λ/μέρα.» γράφει και ο Νίκος Α
Περνώ τα κτήματα με τις ανθισμένες καστανιές που με το δάσος της μαύρης πεύκης και με φόντο τις πλαγιές της Γραμμένης Οξιάς δίνουν μια εντυπωσιακή εικόνα. Χρόνια έλεγα να πάω στο χωριό Γραμμένη Οξιά, αλλά ποτέ δεν μπόρεσα. Τέσσερα χιλιόμετρα από το ορειβατικό καταφύγιο είναι. Πολλές φορές συζητούσαμε με τον Σπύρο, που ήταν το χωριό του, για το μύλο του πατέρα του και την ιστορία του χωριού… με αναμνήσεις και γεγονότα από τον εμφύλιο.
Η Γραμμένη Οξιά είναι στο βορειοανατολικό άκρο της πρώην επαρχίας Ναυπακτίας, του νομού Αιτωλοακαρνανίας Έχει υψόμετρο 1.130 μέτρα στις νότιες πλαγιές του όρους Γραμμένη Οξιά και των Δυτικών Βαρδουσίων Η αρχική ονομασία του χωριού ήταν Σιτίστα, πιθανότατα λόγω των σιτηρών της περιοχής και το 1927 μετονομάστηκε σε Γραμμένη Οξιά. Το όνομα Οξιά οφείλεται στο δάσος οξιάς που καλύπτει την περιοχή και που είναι το νοτιότερο δάσος οξιάς της Ευρώπης.
Σπίτια αραιά σκορπισμένα μέσα σε καστανιές, καρυδιές και περιβόλια και τριγύρω λόγγοι με οξιές, έλατα πεύκα και βελανιδιές απέναντι από τα Δυτικά Βαρδούσια και την Αρτοτίνα, συνθέτουν την υπέροχη εικόνα του χωριού. Πόσες φορές δεν απολαύσαμε το φθινοπωρινό τοπίο της περιοχής με το εντυπωσιακό κίτρινο-κόκκινο-καφετί χρώμα των φύλλων της οξιάς ανεβαίνοντας στο καταφύγιο και την κορυφή του βουνού από την άλλη πλευρά, του Γαρδικίου.
Από τη Γραμμένη Οξιά το Ε4 συνεχίζει προς το Κάτω Χωριό κατεβαίνοντας για τον Εύηνο μέσα από τα εγκαταλειμμένα χωράφια γεμάτα με τσαπουρνιές και βάτα. Μονοπάτι και σημάδια πουθενά. Δεν φτάνει αυτό, πέφτω πάνω και σε ένα μελισσοκομείο με μεγάλο αριθμό κυψελών κατά μήκος… Άντε να τις αποφύγεις.
Διασχίζω τη γέφυρα του Εύηνου και προσπαθώ να βρω μονοπάτι, όπως μου δείχνει το GPS, μετά τη γέφυρα αριστερά. Πηγαίνω, έρχομαι, τίποτα. Με την απογοήτευση να κυριαρχεί αποφασίζω να υποστώ την άσφαλτο για να ανέβω στην Αρτοτίνα όπου είμαι σίγουρος ότι θα βρω ξενώνα για να ξεκουράσω τα χάλια μου και να φάω το κλασικό μου φαγητό, που επέλεξα να εφαρμόσω ως βραδινή διατροφή σε όλη τη διαδρομή: ντοματοσαλάτα, φέτα, πατάτες τηγανητές ή μακαρονάδα, και δύο μπύρες. Μακαρονάδα βρήκα μόνο στην Καλοσκοπή. Στην Άμπλιανη ο Ηλίας μου έφερε και τη δική του νόστιμη μυζήθρα. Μου πρότεινε και δικό του κρασί, αλλά δεν υπέκυψα στον πειρασμό. Η μπύρα ενδείκνυται για αποκατάσταση…
Προσθήκη λεζάντας
Ανεβαίνοντας από τον Εύηνο για την Αρτοτίνα το μονοπάτι περνάει από τη Μονή Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, το μοναστήρι του Αθανασίου Διάκου, όπως είναι γνωστό. Είναι βόρεια της Αρτοτίνας, σε απόσταση 4 περίπου χιλιομέτρων από το χωριό, κρυμμένο μέσα στα έλατα, με απεριόριστη θέα στις καταπράσινες πλαγιές των Βαρδουσίων και της Οξιάς, σε ειδυλλιακή πράγματι τοποθεσία. Η παράδοση λέει ότι παλαιότερα η θέση του ήταν πιο χαμηλά, προς το ποτάμι, κοντά στο σημερινό εξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής.
Στο χώρο του μοναστηριού συναντάμε πρώτα ένα μεγάλο ισόγειο κτίσμα που χρησιμεύει ως ξενώνας. Αμέσως μετά, το αρχονταρίκι, χτισμένο με τα ίδια οικοδομικά υλικά προϋπάρχοντος κελιού. Στην πρόσοψή του, ένα αγκωνάρι έχει σκαλισμένη τη χρονιά 1728. Πάνω ακριβώς από το ναό στέκει το κελί του Διάκου, στο οποίο εντοιχισμένη πλάκα φέρει την επιγραφή «Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΚΑΤΟΝΤΑΕΤΗΡΙΔΟΣ 1830 – 1930. ΕΝΤΑΥΘΑ ΕΜΟΝΑΣΕ ΤΟ ΤΕΚΝΟΝ ΤΗΣ ΑΡΤΟΤΙΝΗΣ, Ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΙΑΚΟΣ». Το κελί και ο ναός του Αϊ-Γιάννη έχουν κριθεί διατηρητέα ιστορικά μνημεία από το 1965. Το καθολικό είναι ανακατασκευασμένο στα 1806, όπως μαρτυρεί εντοιχισμένη σκαλισμένη πλάκα, με τα ονόματα των κτητόρων. πηγή: http://www.artotina.gr/
Πάνω ακριβώς από το Μοναστήρι είναι μια πέτρινη βρύση με την ανάλογη υποψιάζομαι ιστορία με το μοναστήρι. Ο καταγάλανος απογευματινός ουρανός, που παρακολουθεί από πάνω όσα γίνονται κάτω σ’ αυτή την πανέμορφη περιοχή των Δυτικών Βαρδουσίων, και η απογευματινή δροσερή αύρα βελτιώνει αισθητά την κατάσταση και μειώνει την κούρασή μου. Ο χρόνος επείγει και πρέπει φθάσω στο χωριό. Συνεχίζω στην άσφαλτο μετρώντας βήματα και αφήνοντας το μάτι να αγκαλιάζει το βαθύ πράσινο του πυκνού δάσους, στο οποίο κυριαρχεί το έλατο, με καστανιές, αγράμπελες και φτέρες.
Με «κατηγορεί» ο Δημήτρης Ε. ότι πήρα τα βουνά… Δημήτρη, τα βουνά τα "πήρα" χρόνια τώρα. Το DNA μου χτυπάει κόκκινο στην πόλη και στο σύστημα. Είναι ίσως γιατί κουβαλάμε το υφάδι της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας, αυτό που μας προίκισε η φύση της Ευρυτανίας από τα νεανικά και εφηβικά μας χρόνια. Ο Χρόνης Μίσσιος έλεγε: «Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να αλλάξω το σύστημα, άρχισα να αγωνίζομαι να μην με αλλάξει αυτό. Αγωνίζομαι να μείνω άνθρωπος. Και αυτό είναι η κορυφαία πολιτική μάχη. Να μπορείς να αποφύγεις τη βαρβαρότητα αυτής της εποχής. Να μπορείς να παραμείνεις άνθρωπος με τρυφερότητα. Με το δικό σου βλέμμα...»
Φθάνω στην Αρτοτίνα και είναι η πρώτη φορά που την επισκέπτομαι. Η Αρτοτίνα, ένα ιστορικό χωριό, ανήκει στο νομό Φωκίδας και βρίσκεται στο βορειοδυτικ ό άκρο της πρώην επαρχίας Δωρίδας, στους πρόποδες των Βαρδουσίων και σε υψόμετρο 1.100 - 1.350 μέτρα. Ο πληθυσμός της σύμφωνα με την απογραφή του 2011 είναι 499 κάτοικοι. Για την ονομασία της η επικρατέστερη εκδοχή είναι πως σημαίνει Νέα Αρτα και κατοικήθηκε γύρω στο 1585 από διωχθέντες Ηπειρώτες. Ερίζει με τον Αθανάσιο Διάκο σχετικά με το ποιο χωριό είναι η γενέτειρα του ήρωα της Αλαμάνας. Γενικά έχει μια πλούσια ιστορία, ιδιαίτερα στην εποχή της επανάστασης του 1821.
Είναι σε απόσταση περίπου 310 χλμ. από την Αθήνα, 115 χλμ. από την Άμφισσα, 85 χλμ. από τη Ναύπακτο και με πρόσβαση και από την περιοχή της Λαμίας.
Τα σπίτια του χωριού κυρίως πετρόχτιστα, δίπατα, με κεραμοσκεπές και τα παλιότερα με παραδοσιακές σκεπές από σχιστόλιθο, που οι ντόπιοι τεχνίτες έδιναν το χαρακτηριστικό ύφος της Αρτοτίνας. Υπήρξε κατεξοχήν κτηνοτροφικό χωριό και λιγότερο γεωργικό λόγω της γεωφυσικής θέσης της. Το 1941 είχε περίπου 33.000 αιγοπρόβατα και 11.000 οικόσιτα. Αξίζει να επισημανθεί ότι παλαιότερα υπήρχαν μεγάλες καλλιέργειες σε όσπρια, κρασί, καλαμπόκι. Η ξυλεία της άφθονη από τα γύρω δάση.
Φιλοξενούμαι στο νέο ξενώνα του χωριού, όπως μου είχε πει ο Γιώργος Π. Η συζήτηση με τους κατοίκους στο καφενείο περιστρέφεται γύρω από τις πολιτικές εξελίξεις και τη διαπραγμάτευση. Κοινή είναι η διαπίστωση στο μεταξύ σε όλα τα χωριά ότι φέτος δεν ανέβηκαν οι θερινοί παραθεριστές. Οι περισσότεροι προτίμησαν να μείνουν στις πόλεις για να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες περιορίζοντας τα έξοδα. «Έπεσε κεραυνός στα πορτοφόλια, πώς να έρθουν», όπως χαρακτηριστικά είπε ένας παππούς στην Αρτοτίνα
3η μέρα Αρτοτίνα – Αθανάσιος Διάκος: 19 χιλιόμετρα, 10 ώρες περίπου
Από την Αρτοτίνα, πρωί πρωί με τη δροσούλα, ακολουθώντας τα ελάχιστα σημάδια και με το GPS ανοιχτό, κατηφορίζω έχοντας απέναντι τα Δυτικά Βαρδούσια. Πολύ σύντομα περνώ το ποτάμι με την ξύλινη γέφυρα, που χρησιμοποιούν το χειμώνα με τις μεγάλες βροχές. Φαίνεται όμως ότι φέτος δεν της έγινε συντήρηση, γιατί κάποια ξύλα έχουν σαπίσει και είναι επικίνδυνο να σπάσουν.
Η ξύλινη γέφυρα μου θύμισε το δικό μας ποτάμι, τον Αγιατριαδίτη. Είχαμε ένα τέτοιο ξύλινο γεφύρι, το Κουμπουγιανναίϊκο γεφύρι, που το περνούσαμε να πάμε στο σχολείο στην Αγία Παρασκευή, όταν δεν είχαμε δάσκαλο στο χωριό, αλλά και όταν θέλαμε να επισκεφθούμε τη γιαγιά τη Μαρθούλα... Πότε ήταν σχέτο τεράστιο κούτσουρο, πότε δύο- τρία μαζί και κάτι να πιάνεσαι, δεμένα με συρματόσχοινα. Πολλές φορές το χειμώνα το παρέσερνε η πλημμύρα του ποταμιού... Και το έφτιαχναν ξανά οι Κουμπουγιανναίοι, που ζούσαν απέναντι από το ποτάμι. Ωραίες αναμνήσεις, στον δικό μας αγώνα με τα στοιχεία της φύσης, την όμορφη φύση της Ευρυτανίας
Μετά το ποτάμι, το μονοπάτι ανηφορίζει ανάμεσα στα εγκαταλειμμένα χωράφια. Όλα αυτά πριν 40-50 χρόνια καλλιεργούνταν με τα άλογα ή με τα βόδια, με το σιδεράλετρο ή τα ξυλάλετρο και το σιδερένιο υνί. Φθάνω στη στάνη με ένα κοπάδι κάπου πεντακόσια γίδια. Είναι η ώρα που αρμέγουν. Τρεις αρμέγανε. Καταφέρνω να ηρεμίσω τα σκυλιά, οπότε ο φίλος βοσκός μου λέει «με τα σκυλιά καλά τα πας, να δω με τους λύκους πώς θα τα πας παραπάνω. Σκοτώσαμε έναν την Άνοιξη, είναι 6-7 ακόμα. Τριάντα μας έφαγε πέρυσι». Ο λύκος απ’ τα μετρημένα τρώει… Του είπα κι εγώ τα δικά μου…«Με τις λέξεις σου μίλησα των τσοπάνηδων / που τις φύλαξα στο αίμα μου…» [Νικηφόρος Βρεττάκος, «ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΙΔΙΟ ΒΟΥΝΟ»]
Περνώ δεξιά από το κατοικημένο σπίτι και ανηφορίζοντας μπαίνω στο δάσος. Εκεί με πρόδωσε ελαφρώς το GPS και αντί να ανηφορίσω, κατηφόρισα αρκετά τραβερσάροντας και χάνοντας ύψος σε μια λαγκαδιά. Τελικά κάνω την ανάβαση στο πουθενά - έτσι άρχισα να μαθαίνω το GPS, όταν τα βρήκα σκούρα…- και πέφτω στο μονοπάτι λίγο πριν το εικονοστάσι στο διάσελο. Συνεχίζοντας στη ράχη, συναντώ τη μπλε πινακίδα «ΠΑΝΩ ΣΤΑΥΡΟΣ ΒΡΥΣΗ 130Μ – Ε4» με βέλος. Πραγματικά στα 130μ δεξιά βρίσκω τη βρύση με την παλιά ξύλινη ποτίστρα, ίσα που έσταζε. Πίνω νερό, που μου έλειπε, και γεμίζω το παγούρι. Τα σημάδια είναι ελάχιστα, το μονοπάτι χαλασμένο και σε ένα σημείο αρκετά επικίνδυνο λόγω κατολίσθησης.
Από κει το μονοπάτι ανεβαινοκατεβαίνοντας φθάνει στην Κουφόλακα κάτω από το Πάνω και Κάτω Ψηλό, την Πυραμίδα και το Γιδοβούνι. Απέναντι από την Κουφόλακα είναι η πηγή. Φαίνεται από μακριά το άσπρο βέλος και η κίτρινη γραφή στο βράχο. Εντυπωσιακά τα λουλούδια, το τσάι, τα χόρτα ψηλά, η φύση σε ξεκουράζει και δεν σ’ αφήνει να φύγεις. «…ωραίο αίνιγμα τα λουλούδια…»
Προχωρώντας, με αρκετή δυσκολία να «ανακαλύψω» το μονοπάτι και κατηφορίζοντας ελαφρώς, πέφτω στο δασικό δρόμο. Η συνέχεια μέχρι τον Προφήτη Ηλία του Αθανασίου Διάκου είναι πάνω στο δρόμο, που με ελάχιστα κοψίματα διασχίζει τα Μουσουνιτσιώτικα Λιβάδια, περνάει το Σταυρό κάτω από τα καταφύγια, του ΕΟΣ Άμφισσας και του ΠΟΑ, και συνεχίζει κατηφορίζοντας για τον Αθανάσιο Διάκο. Πολύ γνωστή διαδρομή, μια και την έχω κάνει αρκετές φορές. Η θέα του αλπικού τοπίου των Βαρδουσίων είναι εντυπωσιακή, έχοντας δεξιά το Γιδοβούνι, την Πλάκα-Πυραμίδα και την Αλογόραχη, μπροστά μας τα καταφύγια με τις Πόρτες του Μέγα Κάμπου και τα Σκόρδα Πιτιμάλικου και αριστερά η Μεγάλη Χούνη.
«Σε ανέβαινα, σε κατέβαινα, ουρανό / φορτωμένος για τις ανάγκες μου.»
[Νικηφόρος Βρεττάκος, «ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΟ ΙΔΙΟ ΒΟΥΝΟ»]
Ανεβαίνοντας μετρώ πέντε – έξι στάνες αριστερά και δεξιά. Είναι ακόμα νωρίς το απόγευμα και τα πρόβατα είναι στο στάλο. Όχι όμως τα τσοπανόσκυλα που κάνουν τη δουλειά τους για την οποία πληρώνονται. Να προστατεύσουν δηλαδή το κοπάδι από τους κακούς, όχι μόνο λύκους, αλλά και ορειβάτες. Καταφέρνω πια και τα τιθασεύω. Έμαθα, αφού κι αυτό είναι θέμα εμπειρίας, αλλά φαίνεται μάλλον δεν ανήκω στους κακούς ορειβάτες.
Είναι μια διαδρομή όμορφη μέχρι το Σταυρό, αν και μονότονη, με συνεχείς τραβέρσες. Δεν έχει όμως κάποια βρύση, παρά τα πολλά νερά. Οπότε αναγκάζομαι να πιω νερό από τον άμπλα, επιλέγοντας να μην τον έχουν επισκεφθεί πρόσφατα τα πρόβατα. Χαρακτηριστικές είναι οι τσαγιές λίγο πάνω από τον Προφήτη Ηλία. Ιδιαίτερα χαρακτηριστικός όμως είναι ένας σημαντικός αριθμός λουλουδιών κόκκινου κρίνου, lilium chalcedonicum, του εντυπωσιακά όμορφου αυτού άνθους που υπάρχει σε αρκετές περιοχές της χώρας μας, αλλά σε μικρό αριθμό. Το συνάντησα και στην Γκιώνα.
Δεν μπορώ να μην πω ότι τα λουλούδια μου κράτησαν μια άλλου είδους συντροφιά σε όλη τη διαδρομή του Ε4 αυτές τις έξι μέρες. Μίλησα κυριολεκτικά μαζί τους προσπαθώντας και να τα φωτογραφίσω - συμβαίνει πολλές φορές στα όρια του διαλογισμού να μιλάς μόνος σου. "...που ήρθαν όταν κανένας δε μιλούσε και μου μίλησαν, που μ’ άφησαν να τ(α)ις αγγίξω..."
Άνθη της πέτρας μπροστά στην πράσινη θάλασσα με φλέβες που μου θύμιζαν άλλες αγάπες
γυαλίζοντας στ’ αργό ψιχάλισμα
Άνθη της πέτρας φυσιογνωμίες που ήρθαν
όταν κανένας δε μιλούσε και μου μίλησαν
που μ’ άφησαν να τις αγγίξω ύστερα από την σιωπή
μέσα σε πεύκα σε πικροδάφνες και σε πλατάνια
[ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ]
Κάτω από το Σταυρό ανεβαίνουν τρία τζιπ γεμάτα με Ισραηλίτες ορειβάτες να μείνουν στο καταφύγιο. Τελευταία οι φίλοι μας από το Ισραήλ προτιμούν πολύ τα ελληνικά βουνά και τον εναλλακτικό ορεινό τουρισμό.
Από τον Προφήτη Ηλία το μονοπάτι κόβει αφήνοντας τον δασικό δρόμο. Σταματώ αναγκαστικά για ξεκούραση πάνω από τη σάρα σχεδόν μια ώρα. Είχα τάσεις για εμετό και ρίγη. Φοβήθηκα την ηλίαση. Φτάνω στον Αθανάσιο Διάκο μετά από δέκα ώρες από την Αρτοτίνα και πηγαίνω κατευθείαν στον ξενώνα του Ραβάνη
Ο Αθανάσιος Διάκος (Άνω Μουσουνίτσα) υπάγεται στο Δήμο Δελφών και είναι κτισμένος σε υψόμετρο 1.050 μέτρων στις ανατολικές πλαγιές των Βαρδουσίων. Ο πληθυσμός του, σύμφωνα με την Απογραφή του 2011, είναι 518 κάτοικοι. Στην πλατεία του χωριού δεσπόζει ο ανδριάντας του Αθανασίου Διάκου. Το χωριό προσεγγίζεται είτε μέσω Άμφισσας και Λιδωρικίου, είτε μέσω Αμφίκλειας και Παύλιανης. Η Αρτοτίνα ερίζει μαζί με τον Αθανάσιο Διάκο σχετικά με το ποιο χωριό είναι η γενέτειρα του Αθανασίου Διάκου.
Στον Αθανάσιο Διάκο συνάντησα τους φίλους του Πεζοπορικού Ομίλου Αθηνών(ΠΟΑ), με αρχηγό τον Γιάννη Δημητράκη, που έκαναν το Roumeli challenge, 15 μέρες 330 χλμ όλα με τα πόδια, 11 κορυφές της Κεντρικής Ελλάδας. Ξεκίνησαν από τη Βελίτσα και τον Παρνασσό και κατέληξαν στο Παναιτωλικό. Πολύ θα ήθελα να ήμουνα μαζί τους…
4η μέρα:Αθανάσιος Διάκος – Καλοσκοπή, 24 χιλιόμετρα, 14 ώρες περίπου
Από τον Αθανάσιο Διάκο το Ε4 περνάει μέσα από το ρέμα με τα πανέμορφα πλατάνια και το παρκάκι και συναντάει απέναντι την άσφαλτο. Συνεχίζει την άσφαλτο προς την Μουσουνίτσα και πιο κάτω από το διάσελο φεύγει αριστερά τη ράχη και συναντάει ξανά την άσφαλτο ακριβώς στη γέφυρα του Μόρνου. Είναι η δεύτερη φορά που κάνω μπάνιο στο ποτάμι μετά τον Κρικελλιώτη. Μου θύμισε το μπάνιο στο Νεπάλ στο παγωμένο νερό του ποταμού… Αφήνει τα Βαρδούσια και την πλούσια ρεματιά του Μόρνου με το πανέμορφο παραποτάμιο πλατανόδασος και περνάει στην Γκιώνα. Πρώτη έκπληξη της Γκιώνας η Βρύση Λακαφώση, λίγο πιο πάνω από τη γέφυρα με το ποίημα «Νοσταλγίες ξενιτεμένου – στο χωριό μου». Μια μικρή ξεκούραση στη φιλόξενη βρύση και συνεχίζω όλο άσφαλτο άλλα οκτώ χιλιόμετρα μέχρι το χωριό Στρώμη. Ελάχιστα αυτοκίνητα, πολύ λίγα για την εποχή. Τα βόδια των Βαρδουσίων με φόντο τις κορυφές και τις ρεματιές συνοδεύουν τη φαντασία σε ένα άλλο «παρόν», μιας άλλης εποχής. Την όμορφη εικόνα χαλάει ο βοσκός, που του τρέχει να προλάβει τα πρώτα ζώα με το ΙΧ του, να τα κατευθύνει, αντί για τον καβαλάρη βοσκό με το άλογο… που θα ήθελα να δω.
Η Στρώμη, ένα από τα παραδοσιακά χωριά της Φωκίδας, είναι χτισμένη μέσα στα έλατα και έχει σύμφωνα με την τελευταία απογραφή 120 κατοίκους, Είναι χτισμένη στις όχθες του παραπόταμου του Μόρνου, Βουρλόρεμα. Τα γραφικά δρομάκια μέσα στα δέντρα, τα πετρόχτιστα σπίτια, η παραδοσιακή πλατεία με τα πλατάνια και θέα στο ορεινό τοπίο και στο Βουρλόρεμα, τα πολλά καρποφόρα δέντρα είναι ορισμένα χαρακτηριστικά του χωριού.
Δίπλα στην πλατεία διαβάζω μια μισογκρεμισμένη πινακίδα «ΣΠΗΛΙΑ ΕΘΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ» Ρωτώντας μαθαίνω ότι ακολουθώντας τον δασικό ανηφορικό δρόμο προς τα υψίπεδα της Γκιώνας σε απόσταση 9-10 χιλ βρίσκεις την αποκαλούμενη «Σπηλιά των Εγγλέζων» ή «Σπηλιά της Αντίστασης». Εκεί οι Βρετανοί σαμποτέρ συναντήθηκαν με τους αντάρτες του ΕΛΑΣ το Φθινόπωρο του 1942 και κατέστρωσαν το σχέδιο ανατίναξης της Γέφυρας του Γοργοποτάμου.
Να πω όμως ότι το κέντρο του χωριού θέλει λίγο νοικοκύρεμα. Η αυτοδιοίκηση έχει δουλειά να κάνει. Το πρώην Αγροτικό Ιατρείο, το κοινοτικό κατάστημα, οι πινακίδες, το μνημείο, θέλουν περιποίηση και φρεσκάρισμα
Μετά τη Στρώμη το μονοπάτι κατευθύνεται νοτιοανατολικά, προς τα Μνήματα της Γκιώνας. Τις δύο πρώτες ώρες κινείται σε ένα πολύ όμορφο τμήμα, στην αρχή με νερά και γεφύρια και στη συνέχεια ανάμεσα στο ελατόδασος, παλιές στρούγκες, παλιά χωράφια με πεζούλες, δασωμένα τώρα με μεγάλα έλατα. Στη συνέχεια πέφτει σε δασικό δρόμο με το σκληρό και βαρετό χαλίκι, που συναντιέται λίγο πριν τα Μνήματα με τον άλλο δρόμο, ο οποίος έρχεται από την Καλοσκοπή και ανεβαίνει ψηλά, από όπου φεύγει το μονοπάτι για Βαθιά Λάκα και Πυραμίδα.
Φθάνει στη διασταύρωση του δρόμου των μεταλλείων και του Πανουργιά και κατεβαίνοντας πέφτει στην άσφαλτο πάνω από την Καλοσκοπή.
Αφήνω πίσω την εικόνα του εγκαταλειμμένου εργοταξίου της ΕΛΜΙΝ, όπου τώρα μάλλον έχει οριστεί ως χώρος εναπόθεσης οικοδομικών μπαζών και υλικών εκσκαφής και να παίζουν ποδόσφαιρο τα αγριογούρουνα με τις αλεπούδες. Η Γκιώνα είναι το βουνό των μεταλλείων βωξίτη, με κουμπότρυπες και ξεκοιλιάσματα παντού. Είναι το αρνητικό παράδειγμα της διαχείρισης του φυσικού τοπίου στο όνομα της λεγόμενης ανάπτυξης. Ο αγώνας των κατοίκων της βορειοανατολικής Γκιώνας είναι γνωστός πανελλαδικά, όπως και η Κίνηση Πολιτών Ενάντια στα Μεταλλεία. Γνωστή πανελλαδικά είναι και η υπόθεση με το κάψιμο του σπιτιού του Στέφανου Κόλλια δύο φορές. Μια υπόθεση που ακόμα δεν έχει εξιχνιαστεί, μια υπόθεση που μας γεμίζει ερωτηματικά και πολλά ΓΙΑΤΙ. Υπάρχουν τελικά τέλεια εγκλήματα; Ή «το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού»;
“Τα θεμέλιά μου στα βουνά
και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους
και πάνω τους η μνήμη καίει
άκαυτη βάτος.
Μνήμη του λαού μου σε λένε Πίνδο και σε λένε Άθω”...
[Ο. Ελύτης, «Τα θεμέλιά μου στα βουνά»]
Σε λένε Γκιώνα! Σε λένε Οίτη!!
Μια και το θέμα των μεταλλείων είναι σημαντικό για την περιοχή και θα έχει συνέχεια, να αναφέρουμε ότι η μεταλλεία σύμφωνα με τον Μεταλλευτικό Κώδικα, που τον είχε κάνει η χούντα, χαρακτηρίζεται υπόθεση “δημοσίου συμφέροντος” και κατισχύει της έννοιας της ιδιοκτησίας. Έτσι παρακάμπτονται θεμελιώδεις διατάξεις του Συντάγματος που προστατεύουν την ατομική ιδιοκτησία ή το δάσος. Το δικαίωμα στη μεταλλειοκτησία (ιδιοκτησία υπεδάφους) “κατισχύει καταρχήν” του δικαιώματος στην ιδιοκτησία (ιδιοκτησία εδάφους). Πουθενά δεν αναφέρεται η λέξη "περιβάλλον", πουθενά δεν γίνεται αναφορά στο φυσικό κεφάλαιο που θα αναλωθεί, πουθενά δεν μπαίνουν άλλες παράμετροι που θα μπορούσαν να περιορίσουν την πρόσβαση στο κοίτασμα.
Προφανώς και ο αγώνας για την αειφορία και τη βιωσιμότητα, το φυσικό περιβάλλον και την ποιότητα ζωής, είναι χρέος όλων μας. Και όπως λέει και το σύνθημα στο δρόμο Ο ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΓΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ συνεχίζεται
Στην Καλοσκοπή φθάνω ψάχνοντας για τους φίλους. Το κίνημα ενάντια στα μεταλλεία στην Οίτη και στην Γκιώνα μας ενώνει. Η Καλοσκοπή ανήκει στο νομό Φωκίδας και στο Δήμο Δελφών. Είναι κτισμένη στις ανατολικές πλαγιές της Γκιώνας σε υψόμετρο 1100 μ και έχει σύμφωνα με την τελευταία απογραφή 358 κατοίκους Το παλιό της όνομα ήταν Κουκουβίστα. Το νέο όνομα το έλαβε από το «καλή σκοπιά», αντικρίζοντας από ψηλά τον γύρω ορίζοντα. Γι’ αυτό και θεωρείται ως «το μπαλκόνι της Γκιώνας». Έχει πυκνή βλάστηση κυρίως από έλατα, πλατάνια και βελανιδιές, ενώ έχει και πολλά καρποφόρα δέντρα όπως καρυδιές, κερασιές και μηλιές και άφθονα νερά και βρύσες
Έχει πλούσια ιστορία κυρίως από την επανάσταση του 1821, αλλά και νεότερη. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής έπαθε πολλές καταστροφές και το χωριό κάηκε δυο φορές.
Τελικά δεν λειτουργεί ξενώνας στην Καλοσκοπή. Παλιότερα λειτουργούσε στο παλιό σχολείο, αλλά έκλεισε. Δύσκολες εποχές. Μου πρότειναν ο Γιώργος και ο Τάσος να μείνω στο σπίτι τους - τους ευχαριστώ πολύ και δημόσια - αλλά προτίμησα να κοιμηθώ έξω από το χωριό με τον υπνόσακο. Καταφέρνω με το φακό κεφαλής και το GPS να βρω πώς φεύγει το μονοπάτι, γιατί αρχικά νόμιζα ότι ανεβαίνει και συναντάει κατευθείαν την άσφαλτο, που πάει προς το 51 χιλ και την Άμφισσα. Όμως κατεβαίνει νοτιοανατολικά προς το ρέμα σε αγροτικό δρόμο. Εκεί, στην άκρη στο χωριό σε ένα πλάτωμα του δρόμου, αποφασίζω να διανυκτερεύσω. Δεν είναι εύκολη επιλογή αλλά δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια.
Ο ύπνος ήταν εφιαλτικός, με σκέτο υπνόσακο χωρίς κάριματ, με τα πόδια να έρχονται σε επαφή με τα βάτα και τα αγκάθια. Δεν πήγα μακρύτερα προς το δάσος, γιατί μου είπαν ότι έχει πολλά αγριογούρουνα… Άντε να έρθει κανένα και να θέλει να φάει τις σταφίδες και τα αμύγδαλα…Μετά τι θα έχω; Μυρίζουν και οι σπασμένες φουσκάλες στα πόδια… Δεν έχω πάρει μαζί μου και την ταυτότητα του οικολόγου ... και δεν ξέρω αν την έχω θεωρήσει τελευταία…
Κι όμως, η ανατολή πάνω από τον Παρνασσό άξιζε όλη την ταλαιπωρία της νύχτας. Την απόλαυσα φωτογραφίζοντας. Πάντα λάτρευα αυτή την ώρα στο χωριό, στην εξοχή. Τους ήχους του πρωινού... ένα βέλασμα από μακριά, το λάλημα του πετεινού, οι άνθρωποι που κάνουν τις δουλειές τους... και όλα αυτά κάτω από το κόκκινο του ήλιου που ανατέλλει. Έτσι ξεκινούσε, έτσι ξεκινά μια όμορφη μέρα...
5η μέρα Καλοσκοπή – Επτάλοφος 29 χιλιόμετρα, 16 ώρες περίπου
Ξεκινώ λοιπόν την πέμπτη και προτελευταία μέρα, με το πρώτο φως της αυγής και τον ήλιο να ανατέλλει κόκκινος πάνω από τον Παρνασσό, με τις καλύτερες των διαθέσεων και με κατεύθυνση το 51 χιλ. Ακολουθώντας τον αγροτικό δρόμο το Ε4 περνάει το ρέμα και συναντάει την άσφαλτο σε τρία περίπου χιλιόμετρα, στο μνήμα του Γιάννη Κοπανέλου. [Τον Γιάννη Κοπανέλο σκότωσαν οι Γερμανοί σ’ αυτό το σημείο γιατί δεν συνεργάστηκε μαζί τους, προσπαθώντας να σώσει την Κουκουβίστα] Είναι μια εξαιρετικά όμορφη διαδρομή. Στη συνέχεια ακολουθεί την άσφαλτο προς Άμφισσα... Πηγή ή βρύση δεν υπάρχει σε όλο αυτό το μήκος των 13,6 χιλ. Φρόντισαν γι’ αυτό πιστεύω και οι εξορύξεις βωξίτη, οι πληγές και οι υπόγειες διαδρομές των στοών. Φρόντισα κι εγώ ευτυχώς να πάρω άλλα δύο μικρά μπουκαλάκια νερό, αλλά δεν είναι αρκετά. Φωτογραφίζοντας από κοντά τις τεράστιες πληγές των μεταλλείων, περνώ τον αυχένα στο 51 χιλ στις 12 το μεσημέρι ακριβώς με τις όποιες καθυστερήσεις. Είναι μια πολύ ζεστή μέρα και η ενημέρωση που έχω στο ιντερνετ είναι για εστίες πυρκαγιών σε πολλές περιοχές της χώρας και ότι υπάρχει απαγόρευση της κίνησης σε δασικές περιοχές. Εγώ τi πρέπει να κάνω; Η Πυθία με περιμένει στους Δελφούς... Ελάτε στη θέση μου.
Η πρώτη επαφή με τον Παρνασσό δεν είναι η καλύτερη. Το μονοπάτι αμέσως μετά το 51 έχει κλείσει εντελώς και τα πουρνάρια έχουν επικρατήσει. Με τα χίλια ζόρια κατασχισμένος φτάνω στο πρώτο διάσελο και βρίσκω τα σημάδια, και με οδηγό το GPS αποκτώ ξανά την χαμένη μου αυτοπεποίθηση. Τα λασπόλουτρα των αγριογούρουνων προδίδει νερό, όχι όμως βρύση. Οι γουρ’νοχαρές λοιπόν Έφη είναι μόνο για τα γουρούνια.
Όμως έξι μέρες, 150 χιλιόμετρα, δεν μπόρεσα να δω ένα άγριο ζώο, εκτός από δύο φίδια, το ένα νεκρό, και έναν ασβό επίσης νεκρό. Παντού έβλεπα ίχνη αγριογούρουνου, αλλά το ζώο όχι. "Η μετακίνηση της ομάδας για την τροφή γίνεται σε όλες σχεδόν της ώρες της ημέρας όταν δεν ενοχλείται, με συχνά διαλείμματα τις μεσημεριανές ώρες κυρίως. Όταν όμως ενοχλείται έντονα, όπως στην περίοδο του κυνηγίου, γίνεται κατά την διάρκεια της νύχτας" διαβάζουμε στο https://el.wikipedia.org/, που σημαίνει ότι μόνο τη νύχτα μπορεί να δει κανείς αγριογούρουνο. Ο αγριόχοιρος λατρεύει τα λασπόλουτρα, τα οποία τον απαλλάσσουν από τα παράσιτα ενώ συγχρόνως το δέρμα του λαμβάνει διάφορα ορυκτά άλατα και ιχνοστοιχεία. Αυτή του η δραστηριότητα τον αναγκάζει συχνά να διανύει μεγάλες αποστάσεις για να βρει κατάλληλο τόπο. Μετά το λασπόλουτρο τρίβεται στους κορμούς των δέντρων ώστε να καθαρίσει την ξεραμένη λάσπη η οποία απομακρύνεται μαζί με τα παράσιτα.
Η πηγή(άμπλας) σώζει καταστάσεις. Το νερό μου έχει τελειώσει και η λύση είναι να φτιάξω μια πρόχειρη βρύση με ένα φύλλο, για να γεμίσω το παγούρι. Ανεβαίνοντας συναντώ την κλειστή τσιμεντένια δεξαμενή που πρέπει να υδρεύει το Δροσοχώρι. Έχει ποτίστρα για τα ζώα, αλλά νερό δεν τρέχει. Με τα χίλια ζόρια ψάχνοντας βρίσκω την κάνουλα και γεμίζω το παγούρι.
Περνώ τον δασικό δρόμο που έρχεται από την Βάργιανη και συνεχίζω ανεβαίνοντας στα πρώτα οροπέδια του Γερολέκα με τις καρυδιές, πάνω από το Δροσοχώρι(Κολοβάτα). Είσαστε όλοι καλεσμένοι στις αρχές του Οκτώβρη, που θα αρχίσει να ωριμάζει το καρύδι, αν αφήσουν κανένα οι σκίουροι και τα αγριογούρουνα. Τα αγριογούρουνα πάνε και κουνάνε το δέντρο με το σώμα τους και ρίχνουν τα καρύδια. Μου έλεγε ένας φίλος πέρυσι, που τον βρήκα κοντά στο κτήμα του στις πηγές του Σπερχειού, δεν προλαβαίνει να πάρει ούτε ένα κιλό. Είναι και κάτι ποντίκια με είκοσι πόντους ουρά... Δεν μου είπε για ορειβάτες πλιατσικολόγους.
Οι αγελάδες του Παρνασσού είναι μεγαλόσωμες και περιποιημένες. Τι Ινδία και Νεπάλ… εδώ είναι η ζωή των αγελάδων. Μιλάμε για ιδανικές συνθήκες διακοπών στο βουνό, σε υψόμετρο 1400 μέτρα, ανάμεσα στα έλατα, φυσικές πηγές και ποτίστρες και λιβάδια απέραντα. Τέλεια ηρεμία. Περνώ δίπλα τους και δεν ενοχλούνται, μυρικάζουν και με κοιτάνε με το γνωστό αγελαδίσιο βλέμμα…
Στη στάνη είναι μόνο τα σκυλιά. Κάνουν πως με απειλούν, αλλά μόλις τους φωνάζω «στα πρόβατα» διπλώνουν την ουρά τους και φεύγουν το καθένα στη δική του κατεύθυνση. Σιγά μη φοβηθώ. Στο μεταξύ ψάχνω να βρω την πηγή που λέει το GPS. Μετά από ένα τέταρτο συναντώ μια πρόχειρη υδρομάστευση, που πάει το νερό με ένα άθλιο λάστιχο στην ποτίστρα των αγελάδων αρκετά παρακάτω. Η απογοήτευση είναι μεγάλη, γιατί το νερό μου έχει εξαντληθεί για δεύτερη φορά... Αυτή είναι η ασφάλεια του Ε4 και του χάρτη... Μου γράφει ο Γιώργος Χ ότι δυστυχώς έχουν πολλά χρόνια να επικαιροποιήσουν τις πηγές στους χάρτες. Το μονοπάτι κινείται στον Δυτικό Παρνασσό με θέα την περιοχή της Άμφισσας και του κόλπου της Ιτέας. Κάτω είναι το όμορφο ανάγλυφο της αρχής του φημισμένου Ελαιώνα της Άμφισσας – που αποτελεί μέρος του Δελφικού τοπίου, είναι χαρακτηρισμένος ως παραδοσιακός και προστατεύεται από ειδικές διατάξεις - και η ρεματιά του Δροσοχωρίου (Κολοβάτα).
Μετά από 13 ώρες φθάνω στα Αργοστήλια, το οροπέδιο κάτω από την κορυφή, νότια του Γερολέκα. Έχει δέκα μποφόρ αέρα. Βλέπω στο ιντερνετ για τις φωτιές στον Υμηττό και στη Λακωνία και στις άλλες περιοχές, βλέπω και την είδηση για τον πεζοπόρο που κάηκε στον Υμηττό... και το μυαλό κάνει περικοκλάδες, «αν έρθει καμιά φωτιά δεν γλυτώνεις με τίποτα κακομοίρη μου...». Η βρύση κι εδώ χαλασμένη, ενώ στο χάρτη εμφανίζεται ως «ΠΗΓΗ», δεδομένη για τον πεζοπόρο. Αναγκαστική οικονομία στο νερό, δεν υπάρχουν περιθώρια για ψάξιμο
Αφήνω το εκκλησάκι του Κοσμά του Αιτωλού στα 1400 μέτρα και… τέρμα η ανηφόρα. Αρχίζει η κατηφόρα για την Επτάλοφο.
Τις τελευταίες ακτίνες του ήλιου, που δύει πάνω από την Γκιώνα, τις αποτυπώνει η φωτογραφική μηχανή, όσο μπορεί, στο παλιό μεταλλείο. Εικόνες εντυπωσιακές που σε κάνουν να λες «χαλάλι η ταλαιπωρία». Η ουσία όμως είναι ότι βρίσκομαι αρκετά ψηλά και μακριά από την Επτάλοφο και η απόφαση είναι: "πάμε στο σκοτάδι". Να μείνω με τον υπνόσακο ούτε συζήτηση, γιατί: δεν είχα νερό, έπρεπε να φορτίσω κινητό, φωτογραφική μηχανή και GPS, ήμουνα αρκετά κουρασμένος για να τη βγάλω δεύτερη βραδιά χωρίς να κάνω μπάνιο στο βουνό, είχα τηλεφωνήσει ήδη στον Άλκη να έρθει μαζί μου στη διαδρομή Επτάλοφος - Δελφοί και είχαμε δώσει ραντεβού στην πλατεία του χωριού στις 7 το πρωί. Δεν χρειάστηκε πολύ σκέψη. Θα κατέβω με τον φακό κεφαλής και το GPS με σκοτάδι πίσσα. Έτσι και γίνεται. Έκανα μιάμιση ώρα να κατέβω και ήταν μια δοκιμασία του GPS, που έκανε πραγματικά το θαύμα του. Με πήγε χωρίς πολλά προβλήματα, μόνο με την κατεύθυνση, χωρίς μονοπάτι. Πού να βρεις μονοπάτι στο μαύρο σκοτάδι, που γίνεται ακόμα πιο μαύρο όταν έχεις το φακό στο κεφάλι.
Κάποια στιγμή ακούω από απέναντι, αρκετά μακριά, να με φωνάζουν και βλέπω το φως αυτοκινήτου. Αποφασίζω να μην απαντήσω και συνεχίζω. Τελικά μόλις έπιασα αυτοκινητόδρομο με περίμενε ο προϊστάμενος της Πυροσβεστικής Πολυδρόσου για να καταγράψει το συμβάν, γιατί είχαν ετοιμότητα και περιπολίες λόγω των πυρκαγιών και της απαγόρευσης κυκλοφορίας στο δάσος. Οι φωνές πριν από απέναντι και το αυτοκίνητο, ήταν της ομάδας των μελισσοκόμων που έκαναν περιπολία. Πολύ σωστά και μπράβο στον φίλο προϊστάμενο της Πυροσβεστικής.
Πρώτη φορά μπαίνω στην Επτάλοφο. Έχω περάσει αρκετές φορές για τον Παρνασσό από τον περιφερειακό δρόμο, αλλά ποτέ δεν μπήκα στο χωριό. Είναι η έκπληξη ενός τουριστικού χωριού. Ο ξενώνας της ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΣ δίπλα στην πλατεία ήταν η σωτηρία μου.
Η Επτάλοφος (παλιό όνομα Άνω Αγόριανη), είναι χτισμένη στις βορειοδυτικές πλαγιές του Παρνασσού σε υψόμετρο από 850 μ. έως 940 μ. με άφθονα και γάργαρα νερά. Είναι πάνω στο δρόμο που έρχεται από το Λιβάδι της Αράχωβας. Ανήκει στο Δήμο Δελφών και σύμφωνα με την τελευταία απογραφή έχει 461 κατοίκους. Η τουριστική ανάπτυξη της περιοχής έχει συγκρατήσει τον πληθυσμό, ο οποίος μάλιστα τις τελευταίες δεκαετίες σημειώνει ελαφριά αύξηση. Ιστορικά, το χωριό έπαθε μεγάλες καταστροφές κατά την κατοχή από τους Γερμανούς, οι οποίοι τον Οκτώβριο του 1943 έκαψαν σχεδόν ολοσχερώς το χωριό ως αντίποινα για τη δράση ανταρτών στην περιοχή. [πηγή: https://el.wikipedia.org]
6η μέρα: Επτάλοφος – Δελφοί 19 χιλιόμετρα, 7 ώρες περίπου
Ο Άλκης και ο Κώστας, όλο φρεσκαδούρα, ήρθαν ορεξάτοι και χαμογελαστοί για την τελευταία μέρα από την Επτάλοφο στους Δελφούς. Ένα μεγάλο ευχαριστώ, ήταν πολύτιμη η παρέα τους. Δεν φταίω όμως εγώ που αρνήθηκε η Πυθία να τους δεχτεί για τον χρησμό... Δεν ξεκίνησαν από το Καρπενήσι. Τί να κάνουμε, ας πρόσεχαν
Πάντως η διαδρομή «Επτάλοφος – Δελφοί», πρέπει να το παραδεχτούμε, είναι από τις ομορφότερες του Ε4. Ξεκινάει μέσα από το χωριό με νότια κατεύθυνση. Διασχίζει το πανέμορφο ελατόδασος περνώντας ανάμεσα στις βίλες και τους μικρούς παραθεριστικούς οικισμούς, που δείχνουν έναν άλλο κόσμο, πιθανόν μιας άλλης εποχής, όχι όμως της κρίσης. Εδώ λες το γνωστό: «λεφτά υπάρχουν». Συνεχίζει στο οροπέδιο της Αγίας Τριάδας, τα Καλάνια και μετά το Κροκί κατεβαίνει από το αρχαίο μονοπάτι, την πέτρινη «Σκάλα», που από τους Δελφούς οδηγούσε στο Κωρύκειον Άντρο. Το πρόβλημα με τις στεγνές βρύσες επαναλαμβάνεται κι εδώ. Κατά μήκος του τελευταίου τμήματος του μονοπατιού υπάρχει ο παλιός αγωγός του εγκαταλειμμένου υδραγωγείου των Δελφών.
Ο Άλκης προπορεύεται διαρκώς σε όλη τη διαδρομή. Δεν μπορούσα να τον φθάσω. Νομίζω ότι το έκανε επίτηδες, γιατί ήξερε ότι υποφέρω από τις πληγές στα πέλματα... πού θα μου πάει, θα του το ξεπληρώσω...
Μετά το Κροκί, η θέα του Δελφικού Τοπίου, πάνω από τους Δελφούς και τις Φαιδριάδες πέτρες, είναι όμορφη και εντυπωσιακή. Απέναντι είναι το οροπέδιο της Δεσφίνας και κάτω ο κόλπος της Ιτέας, ο Ελαιώνας της Άμφισσας και ο αγωγός του Μόρνου, που στα γυμνά του τμήματα μας δείχνει το γαλάζιο του φορτίο.
«… Eτούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τ’ αμπέλια του,
σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Mονάχα φως…»
[Γ. Ρίτσου, «Ρωμιοσύνη»]
Όπως είναι γνωστό, η Πυθία είχε σε όλη τη διαδρομή δικούς της ανθρώπους, που με διάφορα κόλπα προσπαθούσαν να εκμαιεύσουν λεπτομέρειες και μυστικά από τη ζωή των επισκεπτών της, για να μπορέσει να στοιχειοθετήσει τον χρησμό, έτσι που να είναι πιστευτός. Μόλις μάθαιναν τα μυστικά, έτρεχαν πρώτοι αυτοί στους Δελφούς από δύσβατα μονοπάτια και προετοίμαζαν την πρωθιέρεια του Μαντείου.
Σε μας έστειλε - το καταλάβαμε, λίγο αργά όμως - τον φερόμενο ως γιδοβοσκό (αναφέρεται από τον Διόδωρο ο γιδοβοσκός των Δελφών), λίγο πάνω από την πέτρινη "Σκάλα" και τις "Φαιδριάδες" πέτρες, κοντά στο Κροκί. Έβοσκε κάπου τριακόσια γίδια ως βοσκός-υπάλληλος, αλλά και μυστικός πράκτορας της Πυθίας, διπλοθεσίτης δημόσιος υπάλληλος. Έπαιξε με τη φλογέρα του και μας τραγούδησε παλιά ηπειρώτικα τραγούδια, νομίζοντας ότι είμαστε ηπειρώτες... Αυτός έπαιζε, εγώ τον συνόδευα στο τραγούδι κρατώντας λίγο το μπάσο, ως ο πιο κουρασμένος, ο Κώστας τράβαγε βίντεο και ο Άλκης χόρευε «στα τρία» παριστάνοντας τον τραγόμορφο Πάνα. Μια καταπληκτική σκηνή άκρως σουρεαλιστική. Και μετά, δεν θυμάμαι τίποτα, τι «μυστικά» του είπαμε και τι μας απέσπασε, εκτός από χρήματα… Τηλεφωνήσαμε όμως στη Βάσω, που μας περίμενε στο Μαντείο, να μην επιτρέψει στον γιδοβοσκό να πλησιάσει την Πυθία.
Όχι, δεν είναι χίμαιρα / να καβαλάμε το όνειρο / τη θείαν ετούτη μέρα
που όλα, ορατά και αόρατα, / κι εμείς κι οι ήρωες και οι θεοί
στην ίδια ορμάμε μέσα αιώνια σφαίρα
[Άγγελος Σικελιανός «Αττικό»]
Ο Άγγελος Σικελιανός, ο μεγάλος μας ποιητής, ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αρχαιοελληνική πνευματική ατμόσφαιρα και συνέλαβε την ιδέα να δημιουργηθεί στους Δελφούς ένας παγκόσμιος πνευματικός πυρήνας ικανός να συνθέσει τις αντιθέσεις των λαών («Δελφική Ιδέα»). Η «Δελφική Ιδέα», εκτός από τις αρχαίες παραστάσεις στην εποχή του μεσοπολέμου, περιλάμβανε και τη «Δελφική Ένωση», μία παγκόσμια ένωση για τη συναδέλφωση των λαών και το «Δελφικό Πανεπιστήμιο», στόχος του οποίου ήταν να συνθέσει σε έναν ενιαίο μύθο τις παραδόσεις όλων των λαών. Για τις πρωτοβουλίες αυτές, το 1929, η Ακαδημία Αθηνών του απένειμε αργυρό μετάλλιο για τη γενναία προσπάθεια αναβίωσης των Δελφικών Αγώνων.
Οι Δελφοί ήταν αρχαία ελληνική πόλη στην οποία λειτούργησε το σημαντικότερο μαντείο του αρχαιοελληνικού κόσμου. Η πόλη αναφέρεται από τους ομηρικούς χρόνους με την ονομασία Πυθώ. Στην αρχή των ιστορικών χρόνων ήταν μία από τις πόλεις της αρχαίας Φωκίδας, αλλά σταδιακά ο ρόλος της πόλης ενισχύθηκε και εξελίχθηκε σε πανελλήνιο κέντρο και ιερή πόλη των αρχαίων Ελλήνων. Αποτέλεσε επίσης κέντρο της Δελφικής Αμφικτυονίας, που ήταν μία ομοσπονδιακή ένωση δώδεκα φυλών με θρησκευτικό κυρίως χαρακτήρα. Διατήρησαν τη σημαντική τους θέση μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., οπότε δόθηκε οριστικό τέλος στη λειτουργία του μαντείου με διάταγμα του αυτοκράτορα Θεοδοσίου Α΄. Τους επόμενους αιώνες η πόλη παρήκμασε και εγκαταλείφθηκε οριστικά την περίοδο των σλαβικών επιδρομών.
Σήμερα οι Δελφοί είναι μια περιοχή με έντονο τουρισμό και έχει χαρακτηριστεί μνημείο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, ο ομφαλός της γης.
Η πρώτη εικόνα από τον αρχαιολογικό χώρο είναι το αρχαίο στάδιο, που είναι από τα καλύτερα διατηρημένα μνημεία του είδους. Βρίσκεται βορειοδυτικά του θεάτρου, στο ψηλότερο σημείο πάνω από το ιερό του Απόλλωνα και την πόλη των Δελφών.
Φεύγει, τελειώνει σιγά σιγά το μονοπάτι και, όπως το περίμενα, μου αφήνει μια γεύση μελαγχολίας. Προσπερνώ την μελαγχολία στα γρήγορα και γεμίζω τη σκέψη μου με χαρούμενα «τέλος», όπως τις καλές ελληνικές ταινίες με το “HAPPY AND”. Ο στόχος πραγματοποιήθηκε με επιτυχία!. Ήταν ένα ρίσκο και μια δύσκολη απόφαση. Τα δύσκολα άλλωστε γεμίζουν τη ζωή μας, αλλά μου αρέσει να ελέγχω τις δυσκολίες και να τις κάνω απολαύσεις. Μετά από έξι μέρες πεζοπορία, διανύοντας περίπου 150 χιλιόμετρα στο Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Ε4 και ξεκινώντας από το Καρπενήσι, φθάνω στους Δελφούς. «Έναν ιερό τόπο της αρχαίας Ελλάδας, που, είτε αποβλέπουμε στη θρησκεία είτε στην ιστορία, είτε στην τέχνη, δεν προκαλεί μόνο ζωηρό ενδιαφέρον αλλά γεννάει και γνήσια συγκίνηση». Αυτή τη συγκίνηση δεν μπορείς να την αποφύγεις.
Μου αρέσει να συναντώ άγνωστους ανθρώπους, μου αρέσουν τα ταξίδια γενικά και σε άγνωστους τόπους, τα άγνωστα βουνά, οι άγνωστοι δρόμοι. Η «Πυθία» είναι η άγνωστη φύση, που, στο ζενίθ της κούρασης και του διαλογισμού, έρχεται σαν όραμα και σου χαρίζει την «ερωτική» της παρουσία. Η φύση διδάσκει ∙ και η επαφή μαζί της έχει «ερωτικά» στοιχεία. Το πρόβλημά μας είναι να μπορέσουμε να δεχτούμε το μάθημα, να δεχθούμε τον «χρησμό» της, να την αγαπήσουμε και να εφαρμόσουμε όσα μαθαίνουμε στη σχέση μας μαζί της, σε όλες μας τις σχέσεις και σε όλα τα πεδία της ζωής μας.
*Στέφανος Σταμέλλος
Oρειβάτης
Μέλος του Συλλόγου Δρομέων Φθιώτιδας "Τραχίνα"
http://www.e-ecology.gr
http://e-onthemountain.blogspot.com
https://www.facebook.com/stefanos.stamellos
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου